Κυριακή 14 Ιουνίου 2015

L' aventure est l' aventure...

     Άφησε το αυτοκινητόδρομο προς τον Πολύγυρο κι έστριψε προς Άγιο Πρόδρομο. Οδηγώντας στις ανηφορικές στροφές προς Ταξιάρχη, ένιωσε τη θερμοκρασία της ασφάλτου να μειώνεται. Μειώθηκε επίσης κι η ζεστή ανάσα του κινητήτα της Honda κάτω απ' τα πόδια του. Είδε τα μαύρα σύννεφα να σκεπάζουν την κορφή του Χολομώντα κι ένα βοριαδάκι φύσαγε, σημαίνοντας την επερχόμενη καταιγίδα.

     Άνοιξε το γκάζι γέρνοντας τη μηχανή πάνω στις αλλεπάλληλες στροφές. Όσο ανέβαινε τόσο έπεφτε η θερμοκρασία και οι πρώτες χοντρές σταγόνες κηλίδωσαν την παραμελημένη άσφαλτο. Η μυρωδιά του βρεγμένου χώματος ανάβλυσε κι ενώθηκε με το άρωμα του πράσινου πεύκου και μια δυνατή βροντή κεραυνού άρχισε να κουτρουβαλάει στα σύννεφα. Σκοτεινιάζοντας ακόμη περισσότερο έβλεπε τις ριπές της βροχής να διαγράφονται ανάγλυφες στον μπροστινό προβολέα της μηχανής, ενώ η δύναμη των βαριών σταγόνων έπεφτε επώδυνα στα μπράτσα του...

      Δεν σταμάτησε. Μείωσε την ταχύτητα, για να βλέπει καλύτερα τον άδειο δρόμο. Το νερό έγλειφε το κράνος και κράταγε τη ζελατίνα σχετικά καθαρή, όμως τα απόνερα τρύπωναν στο σβέρκο και στον λαιμό του, παγώνοντας την επιδερμίδα του. Απέφευγε τις λακούβες του δρόμου προσπαθώντας να κρατηθεί σε ισορροπία, όταν ξαφνικά ο δρόμος έγινε χείμαρος από ορμητικά ρεύματα νερού που κατέβαιναν, σημάδι ότι ψηλά στον Ταξιάρχη το νερό που έπεσε ήταν υπερβολικά πολύ. Συνέχισε να οδηγεί με μεγάλη δυσκολία, αντιμέτωπος με τα ορμητικά νερά κι ερευνώντας ένα σημείο, ένα χώρο όπου θα μπορούσε να σταματήσει με ασφάλεια. Η μηχανή μούγκριζε κοπιαστικά γλιστρώντας μέσα στο χείμαρο, πότε παρασυρμένη από κάποιο ρεύμα του νερού και πότε από μια ξαφνική ριπή βροχής και ανέμου που μετατόπιζε βίαια το πίσω μέρος της. Οι κεραυνοί και οι βροντές πολλαπλασιάστηκαν και ο δρόμος φωτίζονταν απόκοσμα, ακόμα και σε μέρη που το φώς του προβολέα της μηχανής δεν μπορούσε να φτάσει. Κατάκοπος από την προσπάθεια και λίγο πριν αποφασίσει να σταματήσει στο μέσον του δρόμου και να ρίξει τη μηχανή πάνω στα πρανή, είδε στη λάμψη του κεραυνού το χώρο όπου οι ξυλοκόποι συγκέντρωναν την ξυλεία τους. Αποφεύγοντας να στρίψει κλειστά και φοβούμενος να χάσει τον έλεγχο της μηχανής που θά 'μενε ακυβέρνητη απ΄ την πλάγια ορμή του νερού, άφησε τον δρόμο προσεκτικά, μπαίνοντας στο λασπωμένο μονοπάτι που οδηγούσε στο χώρο της ξυλείας.

         Οι ντάνες των κορμόξυλων σχημάτιζαν ένα τεχνητό τείχος που δεν άφηναν το νερό να δείξει την δύναμή του. Ήταν μια μικρή φιλόξενη όαση κι ανακουφισμένος πλησίασε και σταμάτησε, στηρίζοντας τη μηχανή πάνω στους κομμένους κορμούς. Η βροχή ολοένα και δυνάμωνε, μολονότι το πυκνό φύλλωμα των γύρω δέντρων έκοβαν αρκετά την έντασή της. Δεν μπορούσε να υπολογίσει που ακριβώς βρίσκονταν. Πόσο κοντά ή μακρυά από τον Ταξιάρχη. Ψυθίρισε: -- l' aventure est l' aventure κι έψαξε τριγύρω κάποιο σημείο να προστατευτεί. Πήρε δυο μεγάλα κλαδιά και σχημάτισε ένα μικρό τρίγωνο με τη ντάνα των κορμών. Σκέπασε τα κλαδιά με το εφεδρικό αδιάβροχο και χώθηκε κάτω από την πρόχειρη κατασκευή. Το ρολόι του έδειχνε εφτά το απόγευμα και στο ραδιοφωνάκι του οι Doors τραγούδαγαν για τους  Riders on the storm...

Δεν υπάρχουν σχόλια: