Κυριακή 30 Οκτωβρίου 2011

Έρημη πόλη...

Με ποιόν να μοιραστείς την ερημιά;
Στούς άδειους δρόμους;
Στη συννεφιά;
Στην πόλη που σε πληγώνει;
ή στη μνήμη που φλογίζεται;

Πέρασε πολύς καιρός
κι αδύνατον να συνέλθει.
Δεν θέλει να συνέλθει,
δεν τον νοιάζει...

Επειδή τίποτε, τίποτε,
δεν μπορεί να τον γιατρέψει...
Περιπλανιέται,
στην πόλη της μοναξιάς...

Παρασκευή 28 Οκτωβρίου 2011

Όλα...


Αμύγδαλο με σοκολάτα..
Σπάει..
Νιώσε..
Ηδονή..
Παράνοια..
Πικρό.. γλυκό.. ανάκατα..
Μέσα..
Μέσα μου.. Εσύ..
Ουράνιο γέννημα..
Πλάσμα φύσης.. ερωτικής..
Αλλοπαρμένης άνοιξης ξενύχτι..
Κραυγές.. πόθου..
Ξεσηκώθηκε θύελλα..
Η Γη γιορτάζει..
Νιρβάνα.. η ύπαρξή Σου..
Πρωτόπλαστος άγγελος
στης αμαρτίας τον καιρό,
χορεύει ανάμεσά μας..
Πιες..
Μέθυσε..
Κερνάω απόψε..
Από το νέκταρ των θεών,
περίσσευμα έχω
Πιες..
Από τα χείλη μου
το αλάτι του πόνου..
Της έκστασης το σκίρτημα νιώσε,
την τρέλα των αισθήσεων,
το ξεχείλισμα του Έρωτα..
Πιες..
Πιες με..
και μέθυσε.. Φεγγάρι μου..
Ίδια μάτια
Ίδιο πάθος
Κοινού θεού γέννημα
Το εσύ μου.. Εσύ..
Το εγώ μου.. Εσύ..
Όλα μου Εσύ
Όλα.. 

Κυριακή 23 Οκτωβρίου 2011

Πες μου αν φοβήθηκες...

Μέρα τη μέρα σβήνει...
Τη βλέπει καθώς χάνει τις μέρες, τις ώρες, τη ζωή...
Με δυσκολία στέκει στα πόδια της,
καθώς η υγεία της καταρρέει.

Με το μυαλό θολό
παλεύει να ξεχωρίσει πού βρίσκεται,
σε ποιά εποχή, σε ποιό μέρος...
Συμφόρηση: απο το τέλος Ιουλίου...

Κι απο όλα που μένουν καθαρά, 
είναι να συλλογάται τον Γιώργο...
Επειδή είναι μόνος,
ο γιός της μόνος...

Χωρίς εκείνη δηλαδή,
που είχε ομορφήνει τη ζωή
του μονάκριβου γιού της,
και γι' αυτό την αγαπούσε...

-- Πού είναι; τον ρωτά,
-- Σε φροντίζει;
-- ναί μάνα! της απαντά
-- με φροντίζει!

Κι όλο μεσ' τη θολούρα της
η γριά μητέρα,
μια κλαίει για τη μοναξιά του
και μια αγωνιά για εκείνη...

Δευτέρα 17 Οκτωβρίου 2011

Τις νύχτες που κλαίν'...

Ερήμωσε η πόλη. Κυριακή μεσάνυχτα - ξημέρωμα Δευτέρας. Στους άδειους δρόμους οδηγώντας με ραδιόφωνο κλειστό. Στη μοναξιά καμμιά μουσική δεν χωράει. Επειδή στις σκέψεις του υπάρχει μονάχα εκείνη. Στη ψυχή του, στα μάτια του, στα χέρια στο τιμόνι...
Όπως τότε. Που κάποια βράδυα γυρίζανε στο σπίτι μαζί. Στην άδεια Τσιμισκή, στη σκοτεινή Εγνατία...
Τώρα πηγαίνει σπίτι μόνος. Όμως μέσα στο σπίτι ζωντανεύει η μορφή της:
καθώς σκυμμένη στον καναπέ, με το κομπιούτερ στα πόδια ή μπροστά στον καθρέφτη με τα ξέπλεκα μαλλιά ή στην αγκαλιά του κλαψουρίζοντας για τον χρόνο που δεν της φτάνει...
μ΄ένα χαμόγελο τα θυμάται και μ' ένα λυγμό θα κοιμηθεί.
Τίς νύχτες που κλαίν' των ερώτων τα θαύματα...

Κυριακή 9 Οκτωβρίου 2011

Μέσα στις θαλασσινές σπηλιές...

Πήρε και βρέχει...
Με νύχτα ντύθηκαν οι θαλασσινές σπηλιές. Κι όλα σκληρά. Σαν όστρακα, σαν τα κοχύλια που έκλεινες στις παλάμες σου...
Εκεί που υπάρχει η δίψα για την αγάπη,
μέσα στις θαλασσινές σπηλιές,
που μέρες πολλές σε γύρευα,
μέρες ολόκληρες σε κοίταζα στα μάτια...
Και δεν σε γνώριζα! 
Αλλοί!
Ούτε με γνώριζες...

Κυριακή 2 Οκτωβρίου 2011

Παράξενα όνειρα III...

Βράδυ παρά βράδυ αν όχι κάθε βράδυ τη βλέπει στα όνειρά του! Πέρασαν δυο χρόνια και κάτι, απο τότε που οι ζωές τους γνώρισαν άλλους δρόμους, χωριστούς. Όμως στη μνήμη του, στη συνείδησή του κι όπως είναι φυσικό στα όνειρά του εκείνη εξακολουθεί και πρωταγωνιστεί. Παράξενο! κι άλλο τόσο αληθινό!
Ξυπνώντας, προσπαθεί να αποκωδικοποιήσει εικόνες θολές, περίεργες και δυνατές. Σαν κι αυτές τώρα τελευταία, που τη βλέπει μητέρα ενός μεγάλου παιδιού. Ενός παιδιού που παίζει με χαρά μαζί του, την ώρα που εκείνη στέκει παράμερα, απόμακρη, σιωπηλή κι αμέτοχη. Και προ παντός θολή και η εικόνα της δύσκολα ξεχωρίζεται στο μισοσκόταδο και στη θολούρα. Κι όσο το παιγνίδι του με το παιδάκι της εξελίσσεται, η εικόνα της καθαρίζει, η μορφή της φωτίζεται, γίνεται ευκρινέστερη και βγαίνει απο το παρασκήνιο. Τότε την βλέπει να τον κοιτά σιωπηλή, μάλλον θλιμμένη κι αυτός προσπαθεί να κρύψει την έκπληξή του, καθώς τη βλέπει χοντρή, δυσκίνητη και γερασμένη...