Κυριακή 30 Ιανουαρίου 2011

Τώρα πάω, πάω μακρυά...

Η αλληλογραφία του με τους δαίμονες δεν έχει σταματημό.  Κάθε εικόνα, κάθε ματιά, κάθε στιγμή γεννά και μια ανάμνησή της. Ήχοι, χρώματα, μυρωδιές και συναισθήματα γεννούν αναμνήσεις που κυριεύουν το μυαλό και την ψυχή του. Μέρα και νύχτα τη συλλογιέται αδιάκοπα. Πολύ συχνά τη βλέπει ζωντανή μπροστά του. Μετασχηματίζονται οι σιλλουέτες, οι σκιάσεις, οι εικόνες, οι παραστάσεις κι οι σκέψεις. Κι όλα γίνονται εκείνη...
Γίνονται ιστορίες παλιές χωρίς νόημα, που τις ξέρει καλά, που τις έμαθε απ' έξω...
Τώρα είναι αργά,
τώρα πάω, πάω μακρυά,
σ' αγαπάω, μα είναι αργά...

σαν σπάσει η αγάπη
ξανά δεν κολλάει.

Πονά η φωνή σου, μη λες
αν φύγεις εσύ
δεν υπάρχω κι εγώ
δεν έχει η ιστορία
αρχή ούτε τέλος
κάθε της λέξη θανάσιμο βέλος...

Νάτανε ψέμματα όλα αυτά! 
Ψέμματα, ψέμματα, ψέμματα...
ψέμματα...

Πέμπτη 27 Ιανουαρίου 2011

ένας Θεός, έρωτας Θεός να μας σημαδεύει...

Έρχονται στη μνήμη του στιγμές απο το παρελθόν. Δεν χρειάζεται τίποτα ιδιαίτερο: ένα ακορντεόν, ένα τραγούδι...
Βοηθάει το ποτό, η νύχτα, η μοναξιά και η νοσταλγία...
Στων κεριών το φώς, απο μια αναλαμπή αμυδρή γεννιέται εκείνη η βραδυά του τανγκό στο Μύλο...
κι εκείνο το μυστικό άγγιγμα, κάτω απ' το τραπέζι...
Τα όμορφα μάτια της που τον αγκαλιάζαν και η συνομωσία ενός έρωτα που πρωτοάνθιζε...
έτσι πια μπλέκει η πραγματικότητα και το όνειρο...
χωρίς να κοιμηθεί, άγνωστο πως...
ζει ακόμη...

Τρίτη 25 Ιανουαρίου 2011

Δεν έχεις κάτι να μου 'πεις...


Ό,τι από σένα τώρα έχει μείνει
σε μια φωτογραφία της στιγμής
είναι αυτό που δεν τολμούν τα χείλη
σ' εκείνο το τοπίο της βροχής.

Όλα μου λεν πως έχεις κιόλας φύγει
κι ας λάμπει η ξενοιασιά της εκδρομής.
Εσύ όπου να πας, σ' όποιο ταξίδι,
σε λάθος στάση θα κατεβείς.

Χρόνια μετά και κάτω απ' τη μαρκίζα
σε βρήκα που 'ρθες για να μη βραχείς,
ίδια η βροχή τα μάτια σου τα γκρίζα
μα τίποτα, όπως πάντα, δε θα πεις.

Μονάχα εγώ ρωτώ χωρίς ελπίδα
πού μένεις, πού κοιμάσαι και πώς ζεις,
κι εσύ που ξέρεις όσα η καταιγίδα
δεν έχεις κάτι για να μου πεις.

Παρασκευή 21 Ιανουαρίου 2011

Άλλη μια χαμένη νύχτα...

Όνειρα ξένα,
υγρές νύχτες,
πάθη ανεκπλήρωτα,
σιωπές μυστικές.
δάκρυα...

Σύνορα νεκρά,
απαραβίαστα
κι ενοχές βαρειές
απο απουσίες άδειες...
δάκρυα...

Κυριακή 16 Ιανουαρίου 2011

Τους ήλιους, που σε ζητήσαν, δεν εμέτρησες...

Οδηγούσε ώρες πολλές, μέχρι την Καλαμάτα. Τον έκαιγε ο πυρετός κι η κούραση, μα που να καταλάβει...
Τίποτε και κανείς δεν μπορούσε να τον κάμψει και ν' αναχαιτίσει την επιθυμία του να είναι μαζί της. 
Κατάπινε χιλιόμετρα σαν αλκοολικός για 'κείνη. Που τον μεθούσε μονάχα η σκέψη της...
Κι έφτανε ένα χάδι και μια τρυφερή ματιά της, για να λάβει αντίδωρο του κόπου του...
Όμως...
δεν γινόταν πάντα έτσι...


Σ' έκρυψε στο φουστάνι της
η μαραμένη κοπέλα
πέντε χειμώνες σ' έθαψαν
σε χιόνι λασπερό...

Με την ίδια επιθυμία οδήγησε, στο όνειρο, χιλιόμετρα για Καλαμάτα. Με την ίδια αγωνία της προμονής μιας τρυφερής ματιάς και μιας αγκαλιάς ζεστής,

με τη μοσχοβολιά των αγγέλων...
Χιλιόμετρα σκέψεων, ονείρων κι αναμνήσεων, θαμμένος σ' ενα πικρό δωμάτιο
κι ο πυρετός πάλι τον καίει..
 Πεθαίνει με τους ποιητές το ηλιοβασίλεμα...
σ' ενα υπόγειο βαθύ, όπου τα όνειρα μπερδεύονται με την πραγματικότητα...
με ήλιους που δεν εμέτρησε
κι ας μη τον ζητήσαν...

Παρασκευή 14 Ιανουαρίου 2011

Οι λίγοι που τον γνωρίζουν καλά,
οι λιγοστοί που τον αγαπούν,
το ξέρουν...
Βλέπουν στα μάτια του, στην έκφραση και στον λόγο του
όλες τις απόκρυφες σκέψεις του.
Και είναι εύκολο,
όχι μόνο να το ξέρουν,
αλλά και να νοιώσουν την πληγή στα σωθικά του...

Χαραγμένη βαθιά στην ψυχή του,
εκείνη,
κυβερνά εξουσιαστικά το λογικό και τη ψυχή του...
Εκείνη,
είναι αφετηρία και τέλος στη ζωή του...
Εκείνη
παραμένει μοναδική έγνοια και
πόθος ανεκπλήρωτος...
Εκείνη
τον κρατά ζωντανό και ταυτόχρονα
τον οδηγεί στο τέλος...

Πέμπτη 13 Ιανουαρίου 2011

κι όλο εσένα θέλω μόνο...

Σε βλέπω που καπνίζεις νευρικά,
το 'να τσιγάρο πάνω στο άλλο...
Μαύρα γιαλιά μου κρύβουν τα μάτια σου
και δεν θέλεις να με κοιτάξεις...

Γι αυτό αποφεύγω να κοιμηθώ...

Ύστερα σε βλέπω πάλι απογοητευμένη,
σιωπηλή, σκεφτική, μέσα σ' αδιέξοδο...
Σκυθρωπή, άκεφη, αποξενωμένη
και δεν θέλεις να μου μιλήσεις...

Γι αυτό αποφεύγω να κοιμηθώ...

Συνεχώς σε σκέφτομαι... συνεχώς
και πληγώνομαι και φλογίζομαι...
Κι όσο κι αν φαρμακώνομαι με καπνό και αλκοόλ...στο τέλος...
εσένα θέλω μόνο...

Κυριακή 9 Ιανουαρίου 2011

Απομεσήμερο...

Τις Κυριακές της σιωπής
δεν υπάρχει κανείς.
Ούτε μια λέξη, ούτε μια ματιά...
Ωρες πολλές και 
μέρες περισσότερες
μόνος, μόνος και σιωπηλός,
χωρίς κανένα άνθρωπο
για να μιλήσει...

Κι αν ανταμώσω χαλασμό...

Ο δρόμος δεν έχει γυρισμό...
αντάμωσα το χαλασμό,
η ερημιά είναι εδώ... μαζί μου.
Κρύβω την αποθυμιά μου, 
τα τραγούδια λένε για τους νικημένους,
τους φίλους τους χαμένους...
ο δρόμος δεν έχει γυρισμό,
χάθηκε ο κόσμος...

Πέμπτη 6 Ιανουαρίου 2011

Πως να σε ξεχάσω...

Τις μέρες γιορτής, που ο κόσμος δεν δουλεύει, μπορεί να καταφύγει στο γραφείο του. Κλείνεται εκεί για να ξεφύγει. Δεν ανταποκρίνεται σε καμμιά πρόσκληση, για ενα καφέ ή μια μπύρα. Πάντα "έχει δουλειά"...
-Πέρασε τόσος καιρός!
του παρατήρησε ο φίλος του ο Δημήτρης απο τη Χαλκίδα, που ήρθε να τον 'δεί...
- Ακόμα να την ξεχάσεις;
Ούτε που προπάθησε να του απαντήσει... μονάχα του έβαλε ν' ακούσει Μίκη Θεοδωράκη.
Κι ο φίλος του, μόλις τον φίλο κατάλαβε για τα καλά,
βούρκωσε...

Στίχοι: Μιχάλης Γκανάς
Μουσική: Μίκης Θεοδωράκης
Πρώτη εκτέλεση: Βασίλης Λέκκας


Απ' τη ζωή μου δε θα βγεις ποτέ,
ζωή δική μου και ζωή μου δυο φορές,
χαρά στη λύπη μου και λύπη στις χαρές,
πώς να ξεχάσω, πώς να ξεχάσω...

Τα μεγάλα μάτια που με χάιδεψαν,
τα ζεστά σου χέρια που με άγγιξαν
και τα τόσα λόγια που δεν πρόλαβα,
σε βαθύ πηγάδι θα το πω, πόσο σ' αγαπώ.

Απ' το κορμί μου δε θα βγεις ποτέ,
δικό μου σώμα και κορμί μου δυο φορές,
χαρά στον πόνο μου και τραύμα στις χαρές,
πώς να ξεχάσω, πώς να ξεχάσω...

Τρίτη 4 Ιανουαρίου 2011

Νύχτωσε πάλι...

Καθώς η νύχτα προχωρά
και ο κόσμος ησυχάζει
μεγαλώνει η ανησυχία του.
Δεν μπορεί να κοιμηθεί, δεν μπορεί να ξαποστάσει...
Ούτε το αλκοόλ ούτε τα τσιγάρα φτάνουν 
να κάμψουν την αϋπνία του,
που έγινε ανίκητη
και μέρος της ζωής του...

Κι όταν κλείσει για λίγο τα μάτια του,
εκείνη
στα όνειρά του μπαίνει, σαν να 'ναι δικός της κήπος...
Και τότε πέφτει σε παραλήρημα,
όπου όνειρο και πραγματικότητα γίνονται ενα,
και πάντα ξυπνά το ίδιο πληγωμένος,
ακόμη κι ύστερα απο όνειρα μεγάλης ευτυχίας...

Νύχτωσε πάλι...
έβαλε ουίσκυ στο ποτήρι κι άναψε τσιγάρο...
Έχει ένα χρόνο να τη δεί
κι ας τη βλέπει κάθε βράδυ στα όνειρά του...

Κάθε βράδυ, κάθε βράδυ, κάθε βράδυ...