Παρασκευή 31 Δεκεμβρίου 2010

Εκεί είναι.
Πάντα εκεί.
Μόνος, σκυμένος στην οθόνη του υπολογιστή, μιλά με τα πλήκτρα.
Το λιγοστό φώς στο άδειο δωμάτιο, το βουητό του κόσμου κοντά, ο κρότος μερικών πυροτεχνημάτων... κάποιοι δοκιμάζουν τα προεόρτια του νέου χρόνου.
Που θα 'ρθει, γι αυτόν, όπως ο τωρινός: σιωπηλός κι αμίλητος!

Κλείνει τα μάτια κι μνήμη γεμίζει απο 'κείνη.
Πλημμυρίζει το μικρό δωμάτιο απ' την παρουσία της,
το άρωμα του κορμιού της, το γέλιο απ' τα χείλη της,
το μετάξι απ' τα μαλλιά της...
Χάνεται σε μια δίνη αισθήσεων και παραισθήσεων
ζώντας ξανά μαζί της.
Βυθίζεται στη χίμαιρα μιας χαμένης ζωής, που τέλειωσε μα...
ξαναζεί έντονα, δυνατά, παράφορα!
Οι φλέβες του γιομίζουν αίμα ζεστό,
ποτίζουν την ονειρεμένη επιθυμία του,
μέχρι...
μέχρι τα κλάμματα να γίνουν πνιχτό ουρλιαχτό
και πόνος ανείπωτος...

Γι' αυτό είναι εκεί.
Μόνος, πάντα εκεί.
Σκυμμένος στα πλήκτρα του υπολογιστή...
επειδή η παραίσθηση είναι προτιμότερη...
απο την ελεεινή του πραγματικότητα...

Σάββατο 25 Δεκεμβρίου 2010

Σε ονειρεύομαι...

Τον σκλάβωσε...
Έχασε το μυαλό του, υποτάχτηκε, άλλαξε τη ζωή του!
Πέτυχε το δυσκολότερο:
λευτερώθηκε υποταγμένος στη μορφή της, στην ομορφιά και στη ψυχή της!
Κι ύστερα τον λάβωσε,
με μια λαβωματιά πόθου παράφορου!
Τον λάβωσε πολλές φορές...
αλύπητα, ανόητα, επαναλαμβάνοντας:
την ταπείνωσή του στην αθλιότητα...
Τότε που τη χρειάζονταν πιο πολύ απο ποτέ!
Δεν τη συγχώρεσε... άλλωστε δεν χρειάστηκε τη συγχώρεσή του.
Δώδεκα φεγγάρια πριν τη συνάντησε...
του παράφορου πόθου του υποχώρηση.
Μα πάλι έπαιξε μαζί του! Τον κορόιδεψε,
τον λάβωσε για τελευταία φορά...
Έτσι χάθηκε ο κόσμος του... παράτησε τον εαυτό του...
Τώρα τον βασανίζει το φάντασμά της.
Κάθε βράδυ, σε κάθε όνειρο...
Καίγεται αργά, λύτρωση δεν υπάρχει άλλη
απο το τέλος...
Μόνη έγνοια του το τέλος...
για νά 'χει τη λαβωματιά
στον κάτω κόσμο συντροφιά
και να ποθεί παράφορα
τον κόσμο το απάνω...

Παρασκευή 24 Δεκεμβρίου 2010

Τα χαμένα Χριστούγεννα...

Την ισορροπία που έχασε,
δεν αναπληρώνει.
Τίποτε, κανείς δεν μπορεί να την αναπληρώσει.
Ούτε οι μέρες οι γιορτινές
ούτε οι συγγενείς κι οι φίλοι...
Σαν μακρινό καράβι, σαν φάντασμα,
περνά την απαρατήρητη ζωή του.
Ο κόσμος χάθηκε
γι αυτό ισορροπεί, μόνος
πάνω στις γραμμές της μνήμης και της προσμονής...
δεν φταίνε τα μοναχικά Χριστούγεννα... 

Τετάρτη 22 Δεκεμβρίου 2010

Ευχή στο φώς...

Αχ! βιαστικό ολόγιομο φεγγάρι
πως να σε προλάβω...
Που κρύβεσαι στα σύννεφα, αφήνοντας
αχνό φώς στα λίγα βήματά μου.
Κι αν είναι σκοτεινά, δεν με πειράζει...
Επειδή εκείνη ακόμα λαμποκοπά
μεσ' το βαρύ μυαλό μου...
Να την προσέχεις φεγγάρι μου!
Να βοηθάς να λάμπει στη ζωή της,
σταγόνα στον ωκεανό
ας είμαι στη θύμησή της,
κι εκείνη να είναι 
λαμπερή κι ευτυχισμένη...

Κυριακή 19 Δεκεμβρίου 2010

A distant ship's smoke on the horizon...

Την είχε ονειρευτεί πολύ μικρός...
που μεγαλώνοντας ξέχασε ποιά είχε ονειρευτεί.
Μέχρι που την βρήκε αναπάντεχα και
το όνειρο έγινε πραγματικότητα!
Τότε άρχισε κι η αληθινή ζωή, πολύ πιο όμορφη απο ποτέ
και πιο όμορφη απο τα όνειρα!
Ύστερα το όνειρο έφθινε, έφθινε ανεξήγητα
μέχρι που τέλειωσε σαν εφιάλτης...
κι η ζωή σταμάτησε.
 
Χάνοντας εκείνη, αποτραβήχτηκε απο όλους τους ανθρώπους.
Πάει καιρός που πορεύεται μόνος
σαν το μακρινό καράβι,
που γίνεται αντιληπτό απ᾽τον καπνό του φουγάρου του
μακριά στον ορίζοντα...
Χάνεται, κλείνεται σ᾽ένα δωμάτιο, φεύγοντας απο τον κόσμο,
κρατώντας μονάχα τα όνειρα
που κάθε βράδυ ζεί μ᾽εκείνη..
comfortably numb...

Πάει κι αυτή η Κυριακή...


τις μέρες που έχασα
μέτρησα στα δάχτυλά μου...
μέρες πολλές, αμέτρητες, πολύτιμες...
που δεν μπορώ να θρηνήσω,
επειδή
ύστερα απο τόσο καιρό,
παραμένουν οι ωραιότερες της ζωής μου...

Κυριακή 12 Δεκεμβρίου 2010

Κι ας ήτανε όνειρο...

Βρεθήκανε ύστερα απο πολλούς, πάρα πολλούς μήνες...
στο ίδιο δωμάτιο...
ήτανε κι άλλοι - ενας δυό - φίλοι καλοί,
που με περιέργεια και σιωπηλοί παρατηρούσανε την αντάμωσή τους...
Την κοίταξε καλά και μια ζεστασιά χύθηκε στο στέρνο του, στην καρδιά του.
Τα λυτά της μαλλιά κυμάτισαν απαλά καθώς κοντοστάθηκε δισταχτική δίπλα στο τραπέζι...
Ύστερα, κάποιος άρχισε να μιλά κι όλοι χαλάρωσαν φυσιολογικά, σαν να μη πέρασε μια μέρα.
Μόλις οι ματιές τους διασταυρώθηκαν πήγε και κάθισε κοντά του, πίσω του. Ακούμπησε ήσυχα το κεφάλι της στο πλάι του καναπέ κι άπλωσε τα χέρια της πάνω στα πόδια του και τον χάϊδεψε με τρυφερότητα...
Χρειάστηκε μερικά έξτρα δευτερόλεπτα για να βεβαιωθεί πως ήτανε το χέρι της, που ασκούσε τρυφερότητα πάνω του. Κατόπιν το χέρι της απόμεινε ακίνητο, καρτερώντας την αντίδρασή του...
Μιλώντας στους άλλους, χαμήλωσε το βλέμμα του και είδε τα λεπτά μακρυά της δάχτυλα, λευκά, επιδέξια...
Έπιασε τον παράμεσό της δισταχτικά, με μια άγνωστη προσμονή. Εκείνη όχι μόνο δεν τραβήχτηκε, αλλά τον χτύπησε απαλά με την ανάστροφή της, όπως χτυπά κανείς μια πόρτα για ν' ανοίξει...
Έσφιξε απαλά το χέρι της μέσα στην παλάμη του και συνέχισε να συζητά, τρίβοντας με όση τρυφερότητα διέθετε τα δάχτυλά της. 
Ένοιωθε πως η ευτυχία όλου του κόσμου είναι τα δάχτυλά της...
κι ας ήτανε όνειρο...

Πέμπτη 9 Δεκεμβρίου 2010

Οι σιδερένιες σιωπές...

Κοίτα τις λέξεις μου
σφυρηλατούνε τις σιωπές
για να σε πλησιάσουν άφοβα
Μνήμες να γίνουν,
στιγμές μακάριες...

Να 'χεις να λες πως κάποτε
παρουσιάστηκε ένας άγνωστος λόγος
που λίγο πριν τον σβήσεις
στάθηκε πλάι σου
και τρυφερά σε άγγιξε...

Κυριακή 28 Νοεμβρίου 2010

Της άγνωστης δύναμης...

Λαβώθηκε απο άγνωστη δύναμη,
που κανείς δεν έχει -ποτέ- 'δεί τέτοια...
Κι οσο στέκεται όρθιος, ως περήφανος σταυραητός,
τόσο μέσα η ψυχή του καταρρέει...
Καταρρέει το μυαλό,  η καρδιά πένεται
και πνίγεται κάθε βράδυ σε ποτάμια αλκοόλ,
σε μια ατσάλινη μοναξιά,
που άλλος δεν την αντέχει...
Κρύβεται καλά, κλεισμένος στα σωθικά του,
βλέποντας το αίμα που ρέει ασταμάτητα
απ' της άγνωστης δύναμης
τη λαβωματιά.

Τετάρτη 24 Νοεμβρίου 2010

Χωρίς αιτία...


Χαράματα αντίκρυσε το πλάτωμα του βράχου. Αχνό φώς, σκιές των δέντρων και το πούσι που περόνιαζε τα κόκαλα... 
Η σιωπή σκέπαζε τις στέγες στο Στρατώνι κι η μπλαβιά θάλασσα αργοσάλευε υπνωτισμένη. 

Έρωτας δεν τον αφήνει τις νύχτες να κοιμάται κι όλο θυμάται. 
Τρέφεται και ζεί με μνήμες, πότε καθρεφτίζεται στις λίμνες και πότε τα κύματα μετράει.
Βρήκε το δέντρο που 'χε κάποτε πληγώσει με τ' αρχικά τους
κι ένωσε τα δάκρυά του με τις πρωινές δροσοσταλίδες που κρέμονταν απ' το Ταυ...
Εκεί που αγαπάει τα νώτα στρέφει και μόνο στα όνειρα επιστρέφει,
Μα πάλι θέλει κι επιμένει και στο τέλος πάντα μόνος μένει...

Δευτέρα 22 Νοεμβρίου 2010

Why?

The first time I saw you, you looked so fine 
I knew I had to make you mine 
I didn't know that you were the kind 
To let me down 

It didn't take me so long to find out 
What my friends were all talkin' 'bout 
And I know now, there ain't no doubt, 
You've been foolin' around 

Oh baby baby, 
Why'd I have to fall in love with you? 
When you can't be true 
To just one man 
Baby baby 
Why'd I have to fall in love with you? 
The changes you put me through 
Oh you'll never understand 

Sometimes I wonder what I'm waiting for 
Why don't I just walk out the door? 
'Cause I can't take it anymore 
This hurtin' inside 
Oh, but baby I guess you know 
I'm hooked on you and I can't let go 
No matter how much you hurt me so 
I couldn't leave you if I tried 

Baby baby, 
Why'd I have to fall in love with you? 
When you can't be true 
To just one man 
Baby baby 
Why'd I have to fall in love with you? 
The changes you put me through 
Oh no, you'll never understand 

I said baby baby, 
Why'd I have to fall in love with you? 
You know you can't be true 
To just one man 
I said baby baby 
Why'd I have to fall in love with you 
The changes you put me through 
Oh no, you'll never understand 

Oh baby baby ...

Σάββατο 20 Νοεμβρίου 2010

A painful dream...

Nobody feels any pain
Tonight as I stand inside the rain
Ev'rybody knows
That Baby's got new clothes
But lately I see her ribbons and her bows
Have fallen from her curls.
She takes just like a woman, yes, she does
She makes love just like a woman, yes, she does
And she aches just like a woman
But she breaks just like a little girl.

Queen Mary, she's my friend
Yes, I believe I'll go see her again
Nobody has to guess 
That Baby can't be blessed
Till she sees finally that she's like all the rest
With her fog, her amphetamine and her pearls.
She takes just like a woman, yes, she does
She makes love just like a woman, yes, she does
And she aches just like a woman
But she breaks just like a little girl.

It was raining from the first
And I was dying there of thirst
So I came in here
And your long-time curse hurts
But what's worse
Is this pain in here
I can't stay in here
Ain't it clear that�

I just can't fit
Yes, I believe it's time for us to quit
When we meet again
Introduced as friends
Please don't let on that you knew me when
I was hungry and it was your world.
Ah, you fake just like a woman, yes, you do
You make love just like a woman, yes, you do
Then you ache just like a woman
But you break just like a little girl. 

Τετάρτη 10 Νοεμβρίου 2010

this is the end...

It's a dead end. Life goes worse every day. Things are difficult and there isn't any exit, any hope. Miserable life cannot be suffered. Suicide isn't a solution though is a possible choice...
I am dying...
I am dying...
It's a dead dream, a nightmare, a horrible existence...
It's unknown and unbearable, not fightable and useless, hopeless and ugly...

This is the end... the final end... alone in the dark, giving up everything....

Σάββατο 6 Νοεμβρίου 2010

ότι αξίξει πονάει... κι είναι δύσκολο...


Ο πολύχρωμος κόσμος των εκλογών... Μάτια ανθρώπων που σε περιεργάζονται. Μάτια μικρά, μάτια στενά, μάτια κόκκινα, λίγα γαλάζια, πολλά καστανά. Μάτια μ΄απορία και άλλα με υστερία. Μάτια της απόγνωσης, της φτώχειας και της δυστυχίας... Μάτια πονηρά, αδιάφορα, μάτια ξένα... Μάτια αμέτρητα, μα κανένα σαν τα μάτια της...
Παρέμεινε σιωπηλός, διακριτικός κι απόμακρος. Μακρυά απ' το πλήθος των ανθρώπων που ζητούν την αναγνώριση. Του τηλεφώνησαν μερικοί, υποσχέθηκαν την στήριξή τους. Με περιέργεια προσπάθησαν να εξηγήσουν τη συμπεριφορά του.
 Γιατί;
 Δεν απάντησε...
 Όλοι περιμένουν πολλά. Εκείνος τίποτε.
Επειδή:
Ο κόσμος χάθηκε μαζί μ' εκείνη. Εκείνη ήταν όλος ο κόσμος... 
και κανείς δεν μπορεί να το καταλάβει...

Τρίτη 2 Νοεμβρίου 2010

Το σημάδι που δεν σβήνει...

Διασχίζει την πόλη...
οι δρόμοι κενοί, γεμάτοι ξένο κόσμο,
που εκείνη λάτρευε κι όμως λείπει...
Με καρδιά σφιγμένη σε μέγγενη
εικόνων που ζωντανεύουν,
καθώς ξεψυχά η αντοχή.
Κλείνει τα μάτια, να μη αντικρύσει
την οδό Αθηνάς, το παντοπωλείο
τον κατήφορο στο Συντριβάνι...

-Εκείνη τι κάνει; χαθήκατε, ρωτούν,
με τα μάτια γεμάτα λαχτάρα αυθεντική,
με φωνή που πάλλεται απο συγκίνηση
και ψυχή που δονείται απο αγάπη... 

Σφίγγεται το στομάχι, τα μάτια σκοτεινιάζουν,
η ψυχή βαραίνει και τρέμουν τα πόδια...
Αφήνει τον κόσμο, χυμά
με τέρμα τα γκάζια,
η μηχανή μουγκρίζει, τα λάστιχα στριγγλίζουν,
φωτιά πυρπολεί την άσφαλτο,
κάνοντας σλάλομ ανάμεσα σε λαμαρίνες,
τρομαγμένους ανθρώπους και 
κόκκινα φανάρια...

Ο άνεμος δέρνει αλύπητα το σώμα του,
ακροβατεί σ' ένα λεπτό σημάδι.
που ποτέ δεν σβήνει, 
με οποιοδήποτε τίμημα...

Παρασκευή 29 Οκτωβρίου 2010

Το ναι σου τι εστί...

Κοίταξε ψηλά κι αντίκρυσε τους προβολείς
του γηπέδου να λαμπυρίζουν... 
όνειρα
να μονολογούν και να τον καλούν...

έλα! 
έλα δήμιε πάρε με, που δεν μπορώ να κάνω αλλιώς
χωρίς εκείνη...
να κοντοστέκομαι σε προσευχή
και τα πόδια μου να γίνονται πέτρινα,
που κανένας σεισμός δεν μπορεί να κουνήσει...

Κοίταξέ με,
που απ' όσα γεφύρια πέρασα
γκρέμισαν,
για να μην υπάρξει καμμιά επιστροφή...

Κοίταξέ με
που τα μάτια μου ερήμωσαν,
κι όλες οι πηγές των δακρύων στέρεψαν,
απ' ολες τις θάλασσες, όλους τους ωκεανούς...
Κι αν το πηγάδι που έσκαψα ανέβλυσε γλυφό νερό,
εκεί στα σκοτεινά ανέστησα τις προσμονές
και χαράκωσα αλήθειες...

Κοίταξέ με, τα χέρια κόπηκαν,
τα γόνατα λύγισαν
κι έτσι γυρτός το ταρτάν προσκύνησα...

Κοίταξέ με
και μη σιωπάς...
τώρα που έμαθες να λες όχι,
έχεις νοιώσει το ναί σου τι εστί...

Τετάρτη 27 Οκτωβρίου 2010

Χέρια...

Σηκώνει τα χέρια ψηλά, μόνος στο δωμάτιο, στο ταβάνι..
χέρια άδεια, ανοιχτά, αβοήθητα, μπερδεμένα,
χέρια που δεν ακούμπησαν πουθενά, σε καμμιά, σε κανένα...
χέρια αδειανά, πλεγμένα στους καρπούς κι ύστερα
λυμμένα, χαμένα, αφημένα σε φόντο χαμού και πίκρας...
Σηκώνει τα χέρια ψηλά, πάνω απ' το κεφάλι,
δεν ακουμπούν πουθενά, μένουν μετέωρα, χαμένα,
σαν αερόπλοια ακυβέρνητα, αποπροσανατολισμένα...
χέρια γυμνά, χωρίς αγκαλιά, χέρια κομμένα...
ικετευτικά κι απελπισμένα...

Κυριακή 24 Οκτωβρίου 2010

Μονάχα απο εκείνη...


                                    Μίλησαν για εκείνη
τα τρεμάμενα δάχτυλα ενός βρέφους του Πικάσο
το φώς απο τις χαραμάδες των νερών στο σούρουπο
ο άνεμος που άλλαζε τα σύννεφα
ο γυμνός ώμος που μισοέκρυβε το σεντόνι
και το εγκατελειμμένο κράνος της παλιάς Honda.
Μίλησαν κι οι άνθρωποι 
που της χαράς της η παρουσία ευδοκίμησε
η απώτερη μνήμη που ανεξίτηλη στερεώθηκε
κι ο απόηχος του γέλιου της όταν ξαφνιάζει τη σιωπή
Μιλά ακόμη, ασταμάτητα μιλά - για πόσο χρόνο κανείς δεν ξέρει -
η μυστική φωνή της ψυχής του
που ακούγεται πιο δυνατά απο κάθε ήχο
ταξιδεύοντάς τον σε φλέβες αίματος ποτισμένου
μονάχα απο εκείνη, μονάχα απο εκείνη...

Τετάρτη 20 Οκτωβρίου 2010

Ίσως...

Σαν τραβηχτήκαν τα νερά, στην άμμο τα όνειρά μου έγραψα, τους διαλογισμούς, σκέψεις, ιδέες. Μα όταν ήρθα στη φουσκοθαλασσιά τα λόγια αυτά της άμμου να σε στοχαστώ, μόνο η άγνοιά μου ολόγυρα ορθωνόταν...
Έφτασε ενα κύμα ζόρικο και νόμισα πως θα πνιγεί ο λογισμός κι ύστερα άλλο κύμα ξέπλυνε τη θολή σου εικόνα κι απόμεινε η σκληρή σου ανάμνηση...

Κυριακή 17 Οκτωβρίου 2010

Εκεί κάθε βράδυ...

Σκύβω εκεί κάθε βράδυ
και αμολάω τα παραπονεμένα δίχτυα μου
στα ωκεάνια μάτια σου.
Εκεί απλώνεται και εκεί φουντώνει με φλόγες πανύψηλες
η μοναξιά μου, πέρα δώθε στον αέρα
υψώνοντας τα χέρια της σαν ναυαγός.
Ανάβω κόκκινες φρυκτωρίες
πάνω από τα εξόριστα μάτια σου
που σαν τα κύματα έρχονται της θάλασσας
και σκάνε στην ποδιά του φάρου.
Αγναντεύεις μοναχή τα ερέβη,
γυναίκα εσύ η αλαργινή και η πλησίον.
μες απ' το βλέμμα σου
ώρες ώρες αναδύεται ο μακρύς γιαλός του τρόμου.
Σκύβω εκεί κάθε βράδυ
και μαζεύω τα παραπονεμένα δίχτυα μου
από τη θάλασσα εκείνη
που κλυδωνίζει τα ωκεάνια μάτια σου.
Νυχτερινά πουλιά ραμφίζουνε τα πρώτα αστέρια
που λάμπουν εκεί απάνω
όπως λάμπει η ψυχή μου την ώρα που σ' αγαπάω.
Καλπάζει στη ράχη του μαύρου της κέλητα η νύχτα
και τσαλαπατάει τα στάχια τα γαλαζιανά στον κάμπο.
 Pablo Neruda
per te...



Πέμπτη 14 Οκτωβρίου 2010

Μα που να πάω...

Κρατά πολύ μια στιγμή. Πάρα πολύ. Πολύ περισσότερο απο 16 μήνες. Κι είναι ζωντανή, σαν τη θάλασσα καθώς βρέχει ασταμάτητα τη μνήμη... 
Κάθε στιγμή της ζωής τους ζωντανεύει αδιάκοπα τη μέρα και  προ παντός τη νύχτα. Όταν γυρίζει στην ερημιά της κάμαρής του. Καθώς σκυμένος πάνω σ' ενα πληκτρολόγιο χτυπά λέξεις άγονες, σκέψεις άσκοπες και αισθήματα πικρά, νεκρά κι ανεκπλήρωτα... Τότε οι στιγμές πολλαπλασιάζονται και παραμένουν πάντα δυνατές, τόσο δυνατές, που κανένας άνεμος χρόνου δεν μπορεί να σκορπίσει.
Σιγά - σιγά τελειώνει η ζωή του. Θα φύγει νύχτα, σαν πνοή και θρόισμα αέρα, πάνω στα φύλλα αγριολούλουδων... σαν τη δροσιά που τη στεγνώνει ο παγωμένος βοριάς, σαν ανάμνηση που δεν θυμάται κανείς...
αλλά οι στιγμές του θα είναι πάντα μαζί της...

Κυριακή 10 Οκτωβρίου 2010

Τετάρτη 6 Οκτωβρίου 2010

Δεν είσαι εδώ...

Μετράει τις αντοχές του. Και πάντα χάνει... Η δίνη των ημερών, οι νύχτες που δεν τελειώνουν, το αλκοόλ που δεν καίγεται, η αντοχή που δεν μετριέται... 
Χάνεται σε σκέψεις που πολιορκούν, σε αισθήσεις που αναβλύζουν στο παραμικρό, σε ανθρώπους που συνδέονται μαζί της...
Κι όταν σβήσουν τα φώτα, εκείνη μόνη, με τα ζυγωματικά της τεντωμένα στις άκρες του Μεγάλου Κυνός και της Παρθένου, εξουσιάζει τη ψυχή του...
Επειδή εκείνη είναι το φώς του, που βίαια αποχωρίστηκε κι έτσι πορεύεται τυφλός με μόνη τη μορφή της μέσα στα μάτια του...

Τετάρτη 29 Σεπτεμβρίου 2010

Κάθε νύχτα που περνάει σαν ταινία...

Τούτες τις μέρες ο άνεμος τον κυνηγάει
Χάνεται τις νύχτες σε παραισθήσεις καπνού και αλκοόλ
σαν άϋλος χρόνος, χωρίς μέτρημα, χωρίς νόημα...
Κάθε νύχτα κι ένας αδιάκοπος ρυθμός θανάτου,
που όμως δεν έχει τέλος...
κι η λύτρωση αργεί... γίνεται ποινή, ακαθόριστη μνήμη
κι έπειτα μια πνοή που φεγγερά μονοπάτια
οδηγούν στο σκοτάδι...

Κυριακή 26 Σεπτεμβρίου 2010

Τις Κυριακές...

Πολύ πριν το αγίνωτο γίνει μέσα του χειροπιατσό, την είχε ονειρευτεί.
Σε απρόμαυρες εποχές, που οι δοκιμασίες ήτανε σκληρές, λόγω των περιστάσεων...
Τότε που του καθενός τα όνειρα απαγορεύονταν, μιας και η ζωή είχε άλλες προτεραιότητες, πιότερο σοβαρές και σπουδαίες...
Ύστερα, όταν άλλαξαν των αστερισμών οι βάρδιες και τα βουνά απομακρύνθηκαν απ' το πλευρό του,
μέσα σε μια δίνη παραισθήσεων, απο την ένταση μιας κάλπικης ζωής, που κάλυπτε τα αφανέρωτα της ψυχής του... τη βρήκε!
Συνομώτησαν όλοι οι Θεοί, η Τύχη και εκείνη
και όλος ο κόσμος του απόκτησε νόημα, τέλος και αρχή, ψυχή και νόηση, ελπίδα και προσδοκία, ευτυχία και προοπτική...
Τό 'νοιωθε καλά, πως δεν ήταν αργά για 'κείνον
και πως η δικαίωση της έντιμης δικαιοσύνης του, θεμελίωνε την αιωνιότητα...
Όμως τα πράγματα δεν πήγαν καλά!
Το αχ! των επιλογών του τον πλήγωσε και τώρα 
θρηνεί τη χαμένη του εμπιστοσύνη...

Παρασκευή 24 Σεπτεμβρίου 2010

Με δυσκολία...

Δεν υπάρχει κανείς, όταν πασχίζει να μιλήσει
ούτε καν ο καθρέφτης του, που πάντα εμπιστευόταν
κι οι σκέψεις μένουν ορφανές, ανείπωτες και άδειες.
Με δυσκολία μένει όρθια η ψυχή του
το παράλογο στηρίζει ανήμπορο, κενές ελπίδες...
επειδή εκείνη λείπει!
Πολιορκούν τη μοναξιά του συνεχώς
κήνσορες και θεράποντες της άλλης ζωής,
που αρνείται να βιώσει, να νοιώσει και να μοιραστεί...
Κι όταν μένει  μόνος
ατέλειωτες ώρες κοιτάζει μια φωτογραφία της,
που ομορφαίνει την οθόνη του κινητού του
τίς ατέλειωτες ωρες της μοναξιάς του...

Πέμπτη 23 Σεπτεμβρίου 2010

No way out...

Ένα κουβάρι όνειρα και μια στάμπα κουβαλώ
πώς να κεντήσω τον καμβά που δεν χωρούν οι κόμποι;
Μα εκείνο,
το πρώτο της ζωής μου εργόχειρο
που άφησα ατελείωτο,
ζητά απολογία

Τρίτη 21 Σεπτεμβρίου 2010

Να σε ξεχάσω προσπαθώ...

Το ένστικτο κατέρρευσε,
θόλωσε το μυαλό,
η κρίση αμβλύνθηκε,
στέρεψε η ψυχή
και
το μόνο που απόμεινε ζωντανό
και κυρίαρχο:
εκείνη...

Το ξέρω...

Στο σπίτι πάνω στο βουνό ζει ένας άνθρωπος καλός
τον βλέπουν όλοι και γελάνε και λένε πως είναι τρελός

Μα κάποτε καθώς περνούσα από την πόρτα του μπροστά
τον άκουσα που τραγουδούσε δυνατά

Το ξέρω θα'ρθεις μια μέρα να με ξαναδείς
Το ξέρω θα'ρθεις μια μέρα να με ξαναδείς

Δε χρειάστηκε να το σκεφτώ πως ο καημένος ο τρελός
πονούσε για κάποια γυναίκα για αυτό και ζούσε μοναχός

Κι αν είναι τώρα γερασμένος κι αν ειν' τα μάτια του θολά
με λίγη δύναμη που έχει σας τραγουδά...............................

Το ξέρω θα'ρθεις μια μέρα να με ξαναδείς
Το ξέρω θα'ρθεις μια μέρα να με ξαναδείς

Κυριακή 19 Σεπτεμβρίου 2010

Θα θυμηθείς...

Είναι παντού.
Σ' όλους τους δρόμους, όλες τις ώρες...
Στην Αγίου Δημητρίου, πλησιάζοντας στο Καυτατζόγλειο.
Στα στενά πίσω απ' τον Κυανού Σταυρό, στο στέκι της Σούλης...
στο club του Μύλου, εκεί που έπαιζε ο Πορτοκάλογλου,
πάνω στο πατάρι...
στα στενά της Άθωνος και στην Εγνατία...
στο sport shoes shop και στο Σταθμό.
Στους ανθρώπους: στον Τσούγκο και στο Βαρδάρη,
στα χείλη της Φωτεινής και στην πλατεία...
Είναι παντού, αναπόφευκτη σαν το φώς...
και στο σκοτάδι είναι εκεί
με τη μορφή της Βίκυς Καγιά, 
σαν Σειρήνα του Αιγαίου...
σ' ενα purple SEAT Ibiza, με τρακαρισμένο φτερό,
στο roundabout στο σπίτι της Κωνσταντίνας,
στην Ανατολικής Θράκης, κοντά στης Μπόζενας
και προ παντός
μέσα στο μυαλο και στην καρδιά του... 

Ήτανε αέρας...

Τι ξέρεις για τον καιρό γι αυτόν τον άνεμο
την κάθε της ματιά που γυρνάει και σβήνει
τι γνώριζες γι αυτή για τα χείλη της
την κάθε της φωτιά που γυρνάει και δίνει

Ήτανε αέρας πάντα σύννεφο σκοτεινό
δεν τη βρίσκεις δεν τη φτάνεις
ψάχνει το χαμό
Ήτανε αέρας πάντα σύννεφο βιαστικό
μες σε τρένα μες σε πλοία
κλαίει το χωρισμό

Τι γνώριζες γι αυτή για τη μάνα της
την κάθε της σιωπή πριν τραγούδι γίνει
τι γνώριζες γι αυτή για το γέλιο της
την κάθε της φωτιά που γυρνάει και δίνει

Ήτανε αέρας πάντα σύννεφο σκοτεινό
δεν τη βρίσκεις δεν τη φτάνεις
ψάχνει το χαμό
Ήτανε αέρας πάντα σύννεφο βιαστικό
μες σε τρένα μες σε πλοία
κλαίει το χωρισμό

Σάββατο 18 Σεπτεμβρίου 2010

Το ξένο όνειρο...

Ξημερώματα άλλαξες ανάσα και πλευρό
και ψιθύρισες ένα λόγο τρυφερό 
μετά από καιρό

Χαμογέλαγες τόσο κοντινή και μακρινή
που φοβήθηκα μην ξυπνήσεις μια στιγμή
και χάσω τη σκηνή

Μαύρα τσίνορα γίναν σύνορα
ύπνος μας χώρισε βαθύς
κι όσο ανάσαινες τόσο βάθαινες
σ' όνειρο ξένο να κρυφτείς

Ξημερώματα άπλωσες το χέρι το δεξί
και μου φάνηκε σαν να γύρευες ταξί
να φύγεις σιωπηλή

Και μου φάνηκε άδεια η ζωή μου και μισή
κι η αγάπη μας ένα έρημο νησί
που πάει να βυθιστεί

Μαύρα τσίνορα γίναν σύνορα
ύπνος μας χώρισε βαθύς
κι όσο ανάσαινες τόσο βάθαινες
σ' όνειρο ξένο να κρυφτείς

Ξημερώματα άλλαξες ανάσα και πλευρό
και ψιθύρισες ένα λόγο τρυφερό 
μετά από καιρό

Σε αγκάλιασα πέρασες το χέρι στο λαιμό
ξημερώματα απ' τη ζήλεια στο θυμό
στου πόθου το λυγμό

Παρασκευή 17 Σεπτεμβρίου 2010

I can't sleep...

I can't sleep for another night,
helpless, thinking of you,
always having you on my mind.
World is here, in an empty room,
filled wit your presence,
your memories and
your sense.
I remain helpless and weak.
Your strong feelings shine
and I'm dying every day,
without you...

Κυριακή 12 Σεπτεμβρίου 2010

Ερημιά...


Είδα χθες στον ύπνο μου να μ' έχεις αγκαλιά
Ξύπνησα και δίπλα μου μονάχα ερημιά

Δάκρυ που κυλάς στο μαξιλάρι μου,
ζάλισε με ν' αποκοιμηθώ
Πως ξαπλώνει στο κρεβάτι πλάι μου
άλλη μια φορά να ονειρευτώ

Γέλαγες στον ύπνο μου, με γέμιζες φιλιά
Ξύπνησα και δίπλα μου γελούσε η μοναξιά...

Δάκρυ που κυλάς στο μαξιλάρι μου,
ζάλισε με ν' αποκοιμηθώ
Πως ξαπλώνει στο κρεβάτι πλάι μου
άλλη μια φορά να ονειρευτώ


ψάξε και βρες το πριν σε κλείσει η νύχτα


Πάντα εσύ εδώ κι εγώ μονάχος... πάντα εσύ κοντά κι εγώ μακρυά... πάντα εσύ στη ψυχή μου κι εγώ άδειος στα χέρσα... πάντα εσύ εδώ κι εγώ... κι εγώ άγονος στην ερημιά... πάντα εσύ εδώ... κι εγώ αδύναμος να προσπαθώ...να σωθώ χωρίς ελπίδα...πάντα εσύ εδώ... κι εγώ να προσπαθώ να ερμηνεύσω το αδιανόητο... πάντα εσύ εδώ... και τίποτε να μη μπορεί να σε αντικαταστήσει...ούτε τα τραγούδια...

Τους ήλιους δεν εμέτρησες
που σε ζητήσαν τόσα χρόνια
πού 'σαι γυναίκα
με τα γαλάζια τσίνορα

Σ' έκρυψε στο φουστάνι της
η μαραμένη κοπέλα
πέντε χειμώνες σ' έθαψαν
σε χιόνι λασπερό

Μεγάλη νυχτερίδα τρέφεται
απ' τη νιότη σου
γι' αυτό νωρίς βραδιάζει
πριν χορτάσεις
το μεσημέρι καίει
στα ψηλά τα δώματα
το κύμα του ξανθό
λούζει τους δρόμους

Πεθαίνεις με τους ποιητές
κάθε ηλιοβασίλεμα
τα χέρια σου μυρίζουν
απ' τα μαλλιά τους
χτυπάει η καμπάνα
που δεν πιστεύεις πια
σε ξένη αυλή συνομιλείς
με το φεγγάρι

Σου 'φερε ο Μυλόζ
φέτος την άνοιξη
την πείνα σου ποιος άλλος μπορούσε να νοιαστεί
φουρτούνιασε τη γειτονιά
το φιλντισένιο αμάξι του
γίνου όμορφη, γίνου όμορφη,
στα περιβόλια θα σε δείξει

Έχεις ένα χαμόγελο
από μαργαριτάρια
ψαράδες Σικελοί
στο ταίριαξαν να το φοράς
ψάξε και βρες το
πριν σε κλείσει η νύχτα
σ' ένα υπόγειο βαθύτερο
από τούτο

Τετάρτη 8 Σεπτεμβρίου 2010

Δε μπόρεσα ποτέ τη σκέψη της να σβήσω...


Όλα -μού λένε- ο άνθρωπος μπορεί να τα αντέξει,
τον πόνο και τη μοναξιά, αρκεί να το πιστέψει.

Ο χρόνος φέρνει λησμονιά και τις πληγές μας κλείνει,
μα τη δική μου την πληγή αγιάτρευτη αφήνει.

Μα εγώ έχω χρόνια να τη δω, χρόνια να της μιλήσω,
κι όμως δε μπόρεσα ποτέ τη σκέψη της να σβήσω.

Ποτέ μου δε μιλώ γι' αυτή, ποτέ μου δε ρωτάω,
μα στ' όνειρό μου έρχεται κι απότομα ξυπνάω.

Όλα -μού λένε- ο άνθρωπος μπορεί να τα νικήσει,
ακόμα και στο θάνατο να πάει και να γυρίσει.

Αν όπως λένε ο καιρός τη μνήμη ξεθωριάζει,
γιατί ο δικός της λογισμός τις νύχτες μ' αγκαλιάζει;

Μα εγώ έχω χρόνια να τη δω, χρόνια να της μιλήσω,
κι όμως δε μπόρεσα ποτέ τη σκέψη της να σβήσω.

Ποτέ μου δε μιλώ γι' αυτή, ποτέ μου δε ρωτάω,
μα στ' όνειρό μου έρχεται κι απότομα ξυπνάω.



Κυριακή 5 Σεπτεμβρίου 2010

Τα ιδανικά δεν πεθαίνουν...

Δεκατρείς μήνες πριν, σκοτώθηκε. Μα μέσα του ζεί μονάχα ο έρωτας για εκείνη. Τί παράξενη που είναι η ζωή! Ο θάνατος συνυπάρχει με τον έρωτα! Δημιουργείται μια παράξενη και παράταιρη ισορροπία, μια ακροβασία απελπισίας και ελπίδας, πως θα ξαναζήσει, θα την έχει δική του, θα γίνουν πάλι ένα...
Ο έρωτας είναι ενα άλμα! Που πρέπει να έχεις το θάρρος να υπερβείς τα καθεστωτικά εμπόδια της συντηρητικής - τουλάχιστον - δύναμης των βολεμένων... 
Το άλμα του δεν πέτυχε... έφυγε ηττημένος απο την αδυναμία της να καταλάβει τα μεγέθη μιας ξεχωριστής σχέσης, που δεν πρόκειται να επαναληφτεί. Μιας μοναδικότητας που ακόμα υπάρχει στις ψυχές των δικών τους ανθρώπων. Και υπάρχει επειδή είναι ακόμη σημαντική για όσους την είδαν και την χάρηκαν. Που ομόρφηνε και τη δική τους ζωή καθώς μοιραζότανε με γενναιοδωρία και αφθονία!
Τα λάθη είναι για τους ανθρώπους. Κι οι καλοί άνθρωποι κάνουν τα περισσότερα... έτσι κι εκείνη...
Μόνο που τα πληρώνει ο ίδιος, σκοτωμένος απο τα ιδανικά του. Τα ιδανικά είναι τέλεια, γι' αυτό και είναι ιδανικά. Κάποιοι άνθρωποι πεθαίνουν για τα ιδανικά τους...
Ήταν ενας απο αυτούς...