Λίγο πριν χαράξει η Κυριακή άφησε τη θέση του στο αποστακτήριο. Ο ακούραστος Νίκος τον οδήγησε στη διπλανή καλύβα, όπου του είχε στρώσει για να κοιμηθεί. Το λαμπρό φεγγάρι, τέλος του Νοέμβρη, φώτιζε ολούθε όλη την πλαγιά του ανατολικού ΄Ολυμπου. Φώτιζε αντάμα και τον αντικρυνό Κίσαβο αλλά πιότερο έντονα ασήμωνε τη λωρίδα της θάλασσας που χωρίζει τις εκβολές του Πηνειού με την απέναντι Χαλκιδική.
Κοντοστάθηκαν θαμπωμένοι απ' την ομορφιά. Ο νυχτερινός σιρόκος δρόσισε το πρόσωπό του, διώχνοντας την θολούρα των αναθυμιάσεων του τσίπουρου, που αποστάζονταν ολάκερη τη νύχτα. Μαζί με το θυμικό καθάρισε κι η ψυχή του, λες και το νάμα του φεγγαριού με το φωτισμένο τοπίο γίνηκαν φάρμακο για όλα όσα τον τυραννούν...