Τρίτη 13 Ιουνίου 2017

mea culpa, mea culpa, mea maxima culpa…


Ψάχνει προπονητή η μεγάλη ομάδα της πόλης μας. Τί να τον κάνει; Μήπως γνωρίζει ποιός και για ποιούς λόγους θα της είναι χρήσιμος; Ξέρει όμως τι θέλει! Το λέει σταράτα ο μεγαλομέτοχός της: —“θέλω το πρωτάθλημα και το κύπελλο!“. Με την ίδια επιθυμία, με τον ίδιο πόθο που ο υπογράφων θέλει να γίνει πρωταθλητής στη Formula 1, Μόνο που ούτε χωράω σε τέτοιο εργαλείο κι ούτε γνωρίζω πως οδηγείται με μαεστρία, σε ακραίες ταχύτητες. Θα πάρει τελικά προπονητή η ομάδα. Κάποιος θα βρεθεί, και θα προσληφθεί. Θα παίξει όμως με σταθερότητα και διάρκεια, το αναγκιαίο ποδόσφαιρο που θα φέρει θέαμα και τίτλους; Θα τη βγάλει τη χρονιά; Ή στο τέλος θα καλέσει τον Γ.Χ. να επαναλάβει τα προηγούμενα καθήκοντά του; Δώνης, Στέφενς και Αναστασιάδης ήρθαν εγκαίρως κι έφυγαν πρόωρα, με κοινό παρονομαστή του κλάσματος τον Γ.Χ. Γεωργιάδη…


Η ανορθόδοξη αναζήτηση και πρόσληψη προπονητή, που παραδοσιακά ασκεί η μεγάλη ομάδα της πόλης μας (αλλά και οι υπόλοιπες ομάδες δεν πάνε πίσω) αποτελεί την πάγια και επαναλαμβανόμενη αδυναμία του συνόλου σχεδόν των ομάδων του ελληνικού ποδόσφαιρου. Κι αυτό δεν είναι υπερβολή. Οι λιγοστοί πετυχημένοι προπονητές, που πέρασαν κατά καιρούς από τη χώρα μας, αποτελούν τις λιγοστές εξαιρέσεις, που επιβεβαιώνουν τον κανόνα.
Ο προπονητής είναι το θεμέλιο, το μοναδικό και βασικό θεμέλιο, για την δημιουργία μιας ομάδας. Είναι αυτός που θα διαλέξει τους ποδοσφαιριστές, που είναι κατάλληλοι για το είδος του ποδόσφαιρου που θα παίξει η ομάδα. Συνεπώς η πρώτη παράμετρος για την επιλογή του προπονητή είναι το τι είδους ποδόσφαιρο επιθυμεί ο μεγαλομέτοχος κι ο κόσμος να παίξει η ομάδα τους. Θα παίξει κατακτητικό ποδόσφαιρο, κερδίζοντας στα ίσια εντός και εκτός έδρας; θα παίξει αμυντικό ποδόσφαιρο με αντεπιθέσεις, κλέβοντας τα αποτελέσματα; Θα παίξει με μεγάλες πάσες και με αιφνιδιασμούς από την άμυνα στην επίθεση; Θα κυνηγά τα πολλά γκόλ κι όσα φάμε πίσω ή το ένα και να καίει;
Αν θέλουμε να παίξουμε κλασσική μουσική (Μπαχ, Μπετόβεν, Μότσαρτ, Τσαϊκόφσκι) κλπ) θα φτιάξουμε μια συμφωνική ορχήστρα 50 οργάνων κι ο μαέστρος δεν μπορεί να είναι π.χ. ο Ζαμπέτας, αλλά ο Kurt Masour! Τον μεγάλο Ζαμπέτα θα τον προσλάβουμε όταν θέλουμε να φτιάξουμε μια λαϊκή ορχήστρα με 20 μπουζούκια, 10 μπαγλαμάδες, 5 κιθάρες, μια ντράμς, ένα πιάνο κλπ. Κι αυτός ξέρει ποιούς μουσικούς θα προσλάβει, για να προπονήσει, ώστε να γουστάρει ο κόσμος τις πενιές και τη μελωδία. Αντίστοιχα για να απολαύσουμε τα blues των μαύρων, θα αναθέσουμε στον Ηλία Ζάϊκο να διαλέξει ποιοί μουσικοί θα αποτελέσουν τους Blues Wire! Ομοίως θα πράξουμε κι όταν θελήσουμε να φτιάξουμε εστιατόριο με gourmet κουζίνα. Θα διαλέξουμε chef σπουδαγμένο και με προϋπηρεσία σε ανάλογο μαγαζί. Δεν θα προσλάβουμε τον κουτσοδάχτυλο Σταυρονικήτα από το πατσατζίδικο “η μέρα - νύχτα εφημερεύουσα Πάντερμος!”
Ο προπονητής που θα κληθεί να φτάξει μια ομάδα που θα παίζει π.χ. καλό και θεαματικό ποδόσφαιρο, θα έχει διάρκεια και σταθερότητα και θα αντέξει στον μαραθώνιο των αγώνων που θα φέρει τελικά τους τίτλους χρειάζεται: 
1. τους κατάλληλους ποδοσφαιριστές
2. μια μεγάλη ομάδα υποστήριξης άκρως ειδικευμένων επαγγελματιών
3. άριστες προπονητικές εγκαταστάσεις και
4. ΧΡΟΝΟ! Προ παντός χρόνο! και ένα και δύο χρόνια χρόνου!
Επειδή αρχικά θα φτιάξει τον βασικό κορμό της ομάδας και τον κορμό αυτό θα βελτιώνει σε κάθε μεταγραφική περίοδο, προσθέτοντας κατάλληλους ποδοσφαιριστές κι αφαιρώντας αυτούς που η ζωή τους κατατάσσει στους ανεπαρκείς, για τις ανάγκες της ομάδας.
Ο Otto Rehhagel είχε επιλεχτεί το 2001, για να φτιάξει μια αξιοπρεπή ελληνική εθνική ομάδα για το Ευρωπαϊκό του 2004. Και είχε εκπλήξει το πανελλήνιο με τις επιλογές των ποδοσφαιριστών που έκαναν το ανεπανάληπτο εκείνο θαύμα, το οποίο κανείς δεν είχε διανοηθεί όχι να το ζητήσει, αλλά να το σκεφτεί. Δέλλας, Καψής, Σεϊταρίδης, Χαριστέας, Καραγκούνης, Λάκης, Καφές, Ζαγοράκης δεν ήντουσαν τα τρανταχτά ονόματα (που είναι σήμερα) για να πάρουν φανέλα βασικών. Ντέμης Νικολαϊδης και Βασίλης Τσιάρτας, που λογαριάζονταν ως πολύ μεγάλα ονόματα του ελληνικού ποδόσφαιρου, γιάλιζαν τον πάγκο! Ελευθερόπουλος, Γεωργάτος, Ανατολάκης και Στολτίδης, όλοι πολύ μεγάλα ονόματα του θρύλου, δεν είχαν καν κληθεί! Ο διορατικός Otto υιοθέτησε μια αμυντική αγωνιστική προσέγγιση στην ελληνική ομάδα, χρησιμοποιώντας ενεργητικούς μέσους για να κουράσει τον αντίπαλο και την πολιτική της άμυνας ίσου αριθμού αμυντικών, με αυτού των επιθετικών του αντιπάλου. Όταν κατηγορήθηκε για βαρετό παιχνίδι, είπε τη μεγάλη αλήθεια: «Κανένας δεν πρέπει να ξεχνά ότι ο προπονητής υιοθετεί τις τακτικές που είναι εφαρμόσιμες στα χαρακτηριστικά των διαθέσιμων παικτών». Αξιοσημείωτο είναι πως η θητεία του στη Βέρντερ Βρέμης φημίζονταν για το γρήγορο και εντυπωσιακό ποδόσφαιρο που πρόσφερε η ομάδα.
Για να μη πολυλογώ, ο εδώδιμος μεγαλομέτοχος αποφάσισε να προσλάβει ένα προπονητή, στον οποίο θα παραδώσει τους υπάρχοντες ποδοσφαιριστές και όποιους άλλους επιλέξει να φέρει, με την εντολή: πάρε αυτά τα αυγά και φτιάξε ομελέτα, που θα δώσει τίτλο πρωταθλητή! Φέτος! όχι φέτα Δωδώνης! Φέτος!
Μαζί με την παραπάνω συνταγή προτείνω να αρχίσουν να μαθαίνουν την Καθολική προσευχή ομολογίας αμαρτιών του 16ου αιώνα (Confliteor), στην οποία επαναλαμβάνεται συνεχόμενα τρεις φορές: mea culpa, mea culpa, mea maxima culpa. Δηλαδή: λάθος μου, λάθος μου, πολύ μεγάλο λάθος μου! Επειδή ίσως έτσι γλιτώσουν το ξύλο από τους νευρικούς οπαδούς τους, που μπεζέρισαν να περιμένουν για να δουν πρωτάθλημα…

Αλέξανδρος Υδάτης

Υ.Γ. Όσοι παρακολούθησαν τον φετινό Απόλλωνα Καλαμαριάς, χόρτασαν να βλέπουν καλό και θεαματικό ποδόσφαιρο, που έφερε και τίτλο πρωταθλήματος. Διαπίστωσαν επίσης και την δοκιμασμένη ποδοσφαιρική συνταγή του εκκεντρικού και παθιασμένου Καλαϊτζίδη, που πήρε παραπάνω από τους μισούς από τους παίκτες της ομάδας της Βέροιας, που είχε καθοδηγήσει πρωταθλήτρια στο πρωτάθλημα της Β’ Εθνικής κι ανέβηκε στη Super League το 2013. Γνώριμοι όλοι τους, γνώριζαν τις δυνατότητές τους και παίξανε το ποδόσφαιρο που ήξεραν καλά και διέλυσαν τον ανταγωνισμό… Με την ίδια βασική ομάδα και την ίδια συνταγή θα πρωταγωνιστήσουν και του χρόνου…

Δεν υπάρχουν σχόλια: