Γέμισε η σταχτοθήκη τσιγάρα
ο καπνός με τυλίγει σιωπηλός
τα παιδιά παίζουν φωνάζοντας
και μια σειρήνα ακούγεται ασθενοφόρου.
Τη βουή του δρόμου έχω συντροφιά,
τις μηχανές που μαρσάρουν,
τα λάστιχα που στριγγλίζουν
τα σκυλιά που γαβγίζουν.
Ανάβω κι άλλο τσιγάρο,
γεμίζω το ποτήρι αλκοόλ
ίσως έτσι αδειάσω τη ψυχή μου,
ίσως έτσι αδειάσω το μυαλό...
Μάταια!
όλα έχουν κυριευτεί
απο σένα...
Κυριακή 25 Απριλίου 2010
Σάββατο 24 Απριλίου 2010
Mad about you...
In the beginning was very hard and difficult
today is more...
in the future? I don't know
I have nothing, but
hard life,
loneliness, and
a twisting mind
Enormous amounts of
thoughts and memories.
of images and sounds,
of smells and tastes...
and in the end always tears...
Is it madness? is it?
what is this?
... I really don't know
All that I know is this song:
today is more...
in the future? I don't know
I have nothing, but
hard life,
loneliness, and
a twisting mind
Enormous amounts of
thoughts and memories.
of images and sounds,
of smells and tastes...
and in the end always tears...
Is it madness? is it?
what is this?
... I really don't know
All that I know is this song:
Τετάρτη 21 Απριλίου 2010
Dream about me... ten months gone...
Ονειρεύομαι συχνά τη θάλασσα. Πολυ συχνά, σχεδόν κάθε βράδυ. Τη βλέπω πότε ήρεμη και γαλάζια, πότε μαύρη και τρικυμισμένη. Ποτέ χαρούμενη! Ποτέ!...
Συχνά είναι σκεπτική, άλλοτε είναι ανήσυχη και προβηματισμένη. Μπορεί να είναι μπερδεμένη, μπορεί αναποφάσιστη και άτολμη. Άλλοτε (και είναι πολύ συχνά κι αυτό) είναι πολύ λυπημένη!
Η θάλασσά μου είναι μακρυά! Δεν μπορώ ούτε να τη 'δω ούτε να την πλησιάσω...
Όμως την ονειρεύομαι σχεδόν κάθε βράδυ...
Όπως τότε, που κολυμπούσαμε στο νησάκι, με τις πατημασιές των γλάρων, μοναδικά ίχνη στην άμμο. Με το βαρκάκι, να μας κρύβει απο τα μάτια των ανθρώπων. Η θάλασσά μου ήταν στοργική, μ' αγκάλιαζε απαλά, αφαιρώντας κάθε έγνοια... χυνόμουν μέσα της εξαγνισμένος απο όλη τη λειψή μου ζωή...
Κι όταν φουρτούνιαζα ήξερε να με πάει σε απάνεμα νερά, σε όρμους μυστικούς και φιλόξενους...
Κάποτε βούλιαξα! Σπάσανε τα πανιά μου, έκοψε ο αγέρας. Με πήραν ανήμπορο τα ρεύματα και η θάλασσα... η θάλασσα μ' άφησε, μ' εγκατέλειψε στην παγερή νυχτιά, στη μοναξιά και στη δίνη μιας τρικυμίας, όπου μπήκα σε μια άβυσσο, σ' ένα βυθό, που πια δεν μπορώ τίποτα να κάνω...
εξόν να την ονειρεύομαι...
Αχ! θάλασσα...
Μη λυπάσαι, μη διστάζεις και μη φοβάσαι! Μπροστά σου είναι η ζωή κι η αιωνιότητα! Πάρε την απόφαση που πρέπει!
Είσαι η θάλασσα! Όλα τα πρέπει τα μπορείς! Όλα! Πάρε την απόφαση και κάνε τα σχέδιά σου κεραυνό κι αστραπή!
και ξέχνα με εμένα στο βυθό μου...
Συχνά είναι σκεπτική, άλλοτε είναι ανήσυχη και προβηματισμένη. Μπορεί να είναι μπερδεμένη, μπορεί αναποφάσιστη και άτολμη. Άλλοτε (και είναι πολύ συχνά κι αυτό) είναι πολύ λυπημένη!
Η θάλασσά μου είναι μακρυά! Δεν μπορώ ούτε να τη 'δω ούτε να την πλησιάσω...
Όμως την ονειρεύομαι σχεδόν κάθε βράδυ...
Όπως τότε, που κολυμπούσαμε στο νησάκι, με τις πατημασιές των γλάρων, μοναδικά ίχνη στην άμμο. Με το βαρκάκι, να μας κρύβει απο τα μάτια των ανθρώπων. Η θάλασσά μου ήταν στοργική, μ' αγκάλιαζε απαλά, αφαιρώντας κάθε έγνοια... χυνόμουν μέσα της εξαγνισμένος απο όλη τη λειψή μου ζωή...
Κι όταν φουρτούνιαζα ήξερε να με πάει σε απάνεμα νερά, σε όρμους μυστικούς και φιλόξενους...
Κάποτε βούλιαξα! Σπάσανε τα πανιά μου, έκοψε ο αγέρας. Με πήραν ανήμπορο τα ρεύματα και η θάλασσα... η θάλασσα μ' άφησε, μ' εγκατέλειψε στην παγερή νυχτιά, στη μοναξιά και στη δίνη μιας τρικυμίας, όπου μπήκα σε μια άβυσσο, σ' ένα βυθό, που πια δεν μπορώ τίποτα να κάνω...
εξόν να την ονειρεύομαι...
Αχ! θάλασσα...
Μη λυπάσαι, μη διστάζεις και μη φοβάσαι! Μπροστά σου είναι η ζωή κι η αιωνιότητα! Πάρε την απόφαση που πρέπει!
Είσαι η θάλασσα! Όλα τα πρέπει τα μπορείς! Όλα! Πάρε την απόφαση και κάνε τα σχέδιά σου κεραυνό κι αστραπή!
και ξέχνα με εμένα στο βυθό μου...
Τρίτη 20 Απριλίου 2010
Περασμένα μεσάνυχτα...
Περασμένα μεσάνυχτα σ' όλη μου τη ζωή
Σαν σε χαμηλωμένο Γαλαξία το κεφάλι μου βαρύ
Κοιμούνται οι άνθρωποι με τ' ασημένιο πρόσωπο∙ άγιοι
Που άδειασαν από τα πάθη κι ολοένα τους φυσάει ο αέρας μακριά
Στον κάβο του Μεγάλου Κύκνου. Ποιος ευτύχησε, ποιος όχι
Και ύστερα;
Ίσα τερματίζουμε όλοι στερνά μένουν
Ένα σάλιο πικρό και στο αξύριστό σου πρόσωπο
Χαραγμένα ψηφία ελληνικά που το ένα στο άλλο ν' αρμοστούν αγωνίζονται ώστε
Η λέξη της ζωής σου η μία εάν...
Περασμένα μεσάνυχτα σ' όλη μου τη ζωή
Περνάν τα οχήματα της Πυροσβεστικής, για ποιαν από τις πυρκαγιές
Κανείς δεν ξέρει. Σ΄ένα δωμάτιο τέσσερα επί πέντε ντουμάνιασε ο καπνός. Προεξέχουν μόνο
Η κόλλα το χαρτί και η γραφομηχανή μου. Πλήκτρα
Χτυπά ο Θεός και αμέτρητα είναι τα βάσανα έως το ταβάνι
Κοντά να ξημερώσει
μια στιγμή φανερώνονται οι αχτές με κάθετα
Πάνω τους τα βουνά σκούρα και μωβ. Αλήθεια θα 'ναι φαίνεται ότι
Ζω για τότε που δεν θα υπάρχω
Περασμένα μεσάνυχτα σ' όλη μου τη ζωή
Κοιμούνται οι άνθρωποι στο 'να τους πλευρό, τ' άλλο τους
Ανοιχτό να βλέπεις που ανεβαίνει κύματα
Κύματα η ζωή και να 'ναι τεντωμένο το χέρι σου
Σαν του νεκρού τη στιγμή που του παίρνεται η πρώτη αλήθεια.
Οδυσσέας Ελύτης
Σαν σε χαμηλωμένο Γαλαξία το κεφάλι μου βαρύ
Κοιμούνται οι άνθρωποι με τ' ασημένιο πρόσωπο∙ άγιοι
Που άδειασαν από τα πάθη κι ολοένα τους φυσάει ο αέρας μακριά
Στον κάβο του Μεγάλου Κύκνου. Ποιος ευτύχησε, ποιος όχι
Και ύστερα;
Ίσα τερματίζουμε όλοι στερνά μένουν
Ένα σάλιο πικρό και στο αξύριστό σου πρόσωπο
Χαραγμένα ψηφία ελληνικά που το ένα στο άλλο ν' αρμοστούν αγωνίζονται ώστε
Η λέξη της ζωής σου η μία εάν...
Περασμένα μεσάνυχτα σ' όλη μου τη ζωή
Περνάν τα οχήματα της Πυροσβεστικής, για ποιαν από τις πυρκαγιές
Κανείς δεν ξέρει. Σ΄ένα δωμάτιο τέσσερα επί πέντε ντουμάνιασε ο καπνός. Προεξέχουν μόνο
Η κόλλα το χαρτί και η γραφομηχανή μου. Πλήκτρα
Χτυπά ο Θεός και αμέτρητα είναι τα βάσανα έως το ταβάνι
Κοντά να ξημερώσει
μια στιγμή φανερώνονται οι αχτές με κάθετα
Πάνω τους τα βουνά σκούρα και μωβ. Αλήθεια θα 'ναι φαίνεται ότι
Ζω για τότε που δεν θα υπάρχω
Περασμένα μεσάνυχτα σ' όλη μου τη ζωή
Κοιμούνται οι άνθρωποι στο 'να τους πλευρό, τ' άλλο τους
Ανοιχτό να βλέπεις που ανεβαίνει κύματα
Κύματα η ζωή και να 'ναι τεντωμένο το χέρι σου
Σαν του νεκρού τη στιγμή που του παίρνεται η πρώτη αλήθεια.
Οδυσσέας Ελύτης
Δευτέρα 19 Απριλίου 2010
Ο ΑΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΚΑΙ Η ΩΡΑΙΑ...
Συχνά, στην Κοίμηση του Δειλινού, η ψυχή της έπαιρνε αντίκρυ
απ' τα βουνά μιαν αλαφράδα, μόλο που η μέρα ήταν σκληρή και
η αύριο άγνωστη.
Όμως, όταν σκοτείνιαζε καλά κι έβγαινε του παπά το χέρι πάνω από
το κηπάκι των νεκρών, Εκείνη
Μόνη της, Όρθια, με τα λιγοστά της νύχτας κατοικίδια -το φύσημα
της δεντρολιβανιάς και την αθάλη του καπνού από τα καμίνια-
στης θαλάσσης την έμπαση αγρυπνούσε
Αλλιώς ωραία!
Λόγια μόλις των κυμάτων ή μισομαντεμένα σ' ένα θρόισμα, κι άλλα
που μοιάζουν των αποθαμένων κι αλαφιάζονται μέσα στα κυπα-
ρίσσια, σαν παράξενα ζώδια, τη μαγνητική δορυφορώντας κε-
φαλή της άναβαν. Και μία
Καθαρότη απίστευτη άφηνε, σε μέγα βάθος μέσα της, το αληθινό το-
πίο να φανεί
Όπου, σιμά στον ποταμό, παλεύανε τον Άγγελο οι μαύροι άνθρωποι,
δείχνοντας με ποιόν τρόπο γεννιέται η ομορφιά
Ή αυτό που εμείς, αλλιώς, το λέμε δάκρυ.
Κι όσο βαστούσε ο λογισμός της, ένιωθες, εξεχείλιζε την όψη που
έλαμπε με την πίκρα στα μάτια και με τα πελώρια, σαν παλιάς
Ιεροδούλου, ζυγωματικά
Τεντωμένα στ' ακρότατα σημεία του Μεγάλου Κυνός και της Παρ-
θένου.
«Μακριά απ' τη λοιμική της πολιτείας, ονειρεύτηκα στο πλάι της
μιαν ερημιά, όπου το δάκρυ να μην έχει νόημα, κι όπου το μόνο
φως να 'ναι από την πυρά που κατατρώγει όλα μου τα υπάρ-
χοντα.
»Ώμο τον ώμο οι δυο μαζί ν' αντέχουμε το βάρος από τα μελλούμε-
να, ορκισμένοι στην άκρα σιγαλιά και στη συμβασιλεία των
άστρων
»Σαν να μην κάτεχα, ο αγράμματος, πως είναι κει ακριβώς, μέσα
στην άκρα σιγαλιά, που ακούγονται οι πιο αποτρόπαιοι κρότοι
»Και πως, αφότου αβάσταχτη έγινε στου αντρός τα στέρνα η μονα-
ξιά, σκόρπισε κι έσπειρε άστρα!»
Οδυσσέας Ελύτης
απ' τα βουνά μιαν αλαφράδα, μόλο που η μέρα ήταν σκληρή και
η αύριο άγνωστη.
Όμως, όταν σκοτείνιαζε καλά κι έβγαινε του παπά το χέρι πάνω από
το κηπάκι των νεκρών, Εκείνη
Μόνη της, Όρθια, με τα λιγοστά της νύχτας κατοικίδια -το φύσημα
της δεντρολιβανιάς και την αθάλη του καπνού από τα καμίνια-
στης θαλάσσης την έμπαση αγρυπνούσε
Αλλιώς ωραία!
Λόγια μόλις των κυμάτων ή μισομαντεμένα σ' ένα θρόισμα, κι άλλα
που μοιάζουν των αποθαμένων κι αλαφιάζονται μέσα στα κυπα-
ρίσσια, σαν παράξενα ζώδια, τη μαγνητική δορυφορώντας κε-
φαλή της άναβαν. Και μία
Καθαρότη απίστευτη άφηνε, σε μέγα βάθος μέσα της, το αληθινό το-
πίο να φανεί
Όπου, σιμά στον ποταμό, παλεύανε τον Άγγελο οι μαύροι άνθρωποι,
δείχνοντας με ποιόν τρόπο γεννιέται η ομορφιά
Ή αυτό που εμείς, αλλιώς, το λέμε δάκρυ.
Κι όσο βαστούσε ο λογισμός της, ένιωθες, εξεχείλιζε την όψη που
έλαμπε με την πίκρα στα μάτια και με τα πελώρια, σαν παλιάς
Ιεροδούλου, ζυγωματικά
Τεντωμένα στ' ακρότατα σημεία του Μεγάλου Κυνός και της Παρ-
θένου.
«Μακριά απ' τη λοιμική της πολιτείας, ονειρεύτηκα στο πλάι της
μιαν ερημιά, όπου το δάκρυ να μην έχει νόημα, κι όπου το μόνο
φως να 'ναι από την πυρά που κατατρώγει όλα μου τα υπάρ-
χοντα.
»Ώμο τον ώμο οι δυο μαζί ν' αντέχουμε το βάρος από τα μελλούμε-
να, ορκισμένοι στην άκρα σιγαλιά και στη συμβασιλεία των
άστρων
»Σαν να μην κάτεχα, ο αγράμματος, πως είναι κει ακριβώς, μέσα
στην άκρα σιγαλιά, που ακούγονται οι πιο αποτρόπαιοι κρότοι
»Και πως, αφότου αβάσταχτη έγινε στου αντρός τα στέρνα η μονα-
ξιά, σκόρπισε κι έσπειρε άστρα!»
Οδυσσέας Ελύτης
Κυριακή 18 Απριλίου 2010
Κι είμαι καράβι χωρίς πλήρωμα, που ο άνεμος κι η μπόρα κυβερνά...
Το δάκρυ είναι μια φωτιά...
Το δάκρυ, όλοι το ξέρουν, είναι μια φωτιά
Το δάκρυ, όλοι το ξέρουν, είναι μια φωτιά
κι ο στεναγμός μια φωνή της πληγής μας.
Καλημέρα λοιπόν σε σας που δεν κλαίτε
κι έχετε τα μάτια ξεκούραστα.
'Oσο για μένα, ξέρω τώρα πια τι είναι αυτός ο κόσμος.
Σάββατο 17 Απριλίου 2010
Σε γυρεύω...
σε γυρεύω, θάλασσά μου
μέχρι χτες ήσουν κοντά μου
σε γυρεύω.
Σε γυρεύω, σαν το γέλιο σε έχω χάσει
μια καρδιά έχεις ξεχάσει
σε γυρεύω.
Σε γυρεύω, σε γυρεύω
από σένα εγώ στη γη άλλο δεν έχω.
Σε γυρεύω, σε γυρεύω, θάλασσά μου
μέχρι χτες ήσουν κοντά μου
σε γυρεύω.
Σαν αγρίμι τριγυρνώ
μες στους δρόμους να σε βρω
εγώ κι ο πόνος μου.
Πού σε κρύβει η βραδιά,
νιώθω τόση μοναξιά
είμαι μόνος μου.
Σε γυρεύω, σε γυρεύω, θάλασσά μου
μέχρι χτες ήσουν κοντά μου
αχ, σε γυρεύω.
Σε γυρεύω, σε γυρεύω, ξενιτιά μου
μέχρι χτες ήσουν δικιά μου
σε γυρεύω.
Σε γυρεύω και πηγαίνω στα χαμένα
τα στενά όλα κλεισμένα
σε γυρεύω.
Σε γυρεύω, σε γυρεύω
από σένα εγώ στη γη άλλο δεν έχω.
Σε γυρεύω, σε γυρεύω, ξενιτιά μου
μέχρι χτες ήσουν δικιά μου
σε γυρεύω.
Σαν αγρίμι τριγυρνώ...
μέχρι χτες ήσουν κοντά μου
σε γυρεύω.
Σε γυρεύω, σαν το γέλιο σε έχω χάσει
μια καρδιά έχεις ξεχάσει
σε γυρεύω.
Σε γυρεύω, σε γυρεύω
από σένα εγώ στη γη άλλο δεν έχω.
Σε γυρεύω, σε γυρεύω, θάλασσά μου
μέχρι χτες ήσουν κοντά μου
σε γυρεύω.
Σαν αγρίμι τριγυρνώ
μες στους δρόμους να σε βρω
εγώ κι ο πόνος μου.
Πού σε κρύβει η βραδιά,
νιώθω τόση μοναξιά
είμαι μόνος μου.
Σε γυρεύω, σε γυρεύω, θάλασσά μου
μέχρι χτες ήσουν κοντά μου
αχ, σε γυρεύω.
Σε γυρεύω, σε γυρεύω, ξενιτιά μου
μέχρι χτες ήσουν δικιά μου
σε γυρεύω.
Σε γυρεύω και πηγαίνω στα χαμένα
τα στενά όλα κλεισμένα
σε γυρεύω.
Σε γυρεύω, σε γυρεύω
από σένα εγώ στη γη άλλο δεν έχω.
Σε γυρεύω, σε γυρεύω, ξενιτιά μου
μέχρι χτες ήσουν δικιά μου
σε γυρεύω.
Σαν αγρίμι τριγυρνώ...
Simon and Garfunkel - Bridge Over Troubled Water live...
When you're weary, feeling small,
When tears are in your eyes, I will dry them all;
I'm on your side. when times get rough
And friends just cant be found,
Like a bridge over troubled water
I will lay me down.
Like a bridge over troubled water
I will lay me down.
When you're down and out,
When you're on the street,
When evening falls so hard
I will comfort you.
Ill take your part.
When darkness comes
And pains is all around,
Like a bridge over troubled water
I will lay me down.
Like a bridge over troubled water
I will lay me down.
Sail on silver girl,
Sail on by.
Your time has come to shine.
All your dreams are on their way.
See how they shine.
If you need a friend
Im sailing right behind.
Like a bridge over troubled water
I will ease your mind.
Like a bridge over troubled water
I will ease your mind.
Πέμπτη 15 Απριλίου 2010
I don't think so... yet...
Now, I'm learning to breathe without you
I'm finally seeing the world through my own eyes
I'm over you making me fall for you again.
I'm over the memories that kept us longing for the past
I'm over wanting you, to really want me.
I'm over believing you are the love of my life
I'm over sharing feelings that you never had
I'm over love and over you
Now, Now, I'm learning to breathe without you
I'm finally seeing the world through my own eyes
And now I'm never looking back...
I'm finally seeing the world through my own eyes
I'm over you making me fall for you again.
I'm over the memories that kept us longing for the past
I'm over wanting you, to really want me.
I'm over believing you are the love of my life
I'm over sharing feelings that you never had
I'm over love and over you
Now, Now, I'm learning to breathe without you
I'm finally seeing the world through my own eyes
And now I'm never looking back...
Τετάρτη 14 Απριλίου 2010
Σάββατο 3 Απριλίου 2010
Μεγάλο Σάββατο... all alone in the dark...
People need people. They prepare tonight's meal, they'll go to church, they'll praise to God... Later they'll be together, celebrating the day.
It's spring time. Everything is renewing itself. Though someone is getting alone and alone and alone... Finally I've managed the impossible!
Now let's have another drink!
Maybe it's too late to bother for tomorrow...
Παρασκευή 2 Απριλίου 2010
Μεγάλη Παρασκευή: Τῆς ἀγάπης αἲματα..
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
(από Tο Άξιον Eστί, Ίκαρος 1959) Ὀδυσσέας Ἐλύτης |
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)