"Τον κοίταγες δακρυσμένη, πιάνοντας σφιχτά τα χέρια στο τιμόνι. Ανάβλυζε απ' τα μάτια ο πόνος κι ούτε τα δάκρυα δεν μπορούσες να κρύψεις, καθώς ο νέος σου σύντροφος, στο πλάι σου καθισμένος, σας έβλεπε αντιλαμβανόμενος ακριβώς αυτό που συνέβαινε...
Δεν ήταν αποχαιρετισμός. Ήταν βουβός θρήνος. Όσο εκείνος απομακρύνονταν βαδίζοντας μακριά σου, γίνονταν ικεσία το βλέμμα σου, που τρυπούσε την απόσταση που μεγάλωνε σε κάθε βήμα του. Μάταια. Το ίδιο μάταια με το όσο είχατε κι οι δυο προσπαθήσει, να γεφυρώσετε τις άδειες ζωές σας, αυτές που καταστρέψατε με τα ίδια σας τα χέρια. Απόμεινε ο φόβος της μοναξιάς και ο διαρκής ανεκπλήρωτος πόθος της ανάγκης του ενός για τον άλλο."
"Τα δακρυσμένα σου μάτια του είχαν σκίσει την ψυχή. Το πρόσωπό σου, η όψη σου είχαν απομείνει ακίνητη φωτογραφία στο μυαλό του. Βάδιζε τυφλός μακριά σου, μη αντέχοντας ούτε τα γαντζωμένα σου χέρια πάνω στο τιμόνι ούτε την ανοχή του νέου συντρόφου, που βρίσκονταν στο πλάι σου. Τον έπνιγε ο πόνος και ο αγιάτρευτος πόθος, που ούτε ο χρόνος μπορεί να μειώσει."
Δυό μικρές στιγμές από ένα όνειρο. Που διαρκούν πολύ, σαν την μαχαιριά που κόβει μια φλέβα. Με το μυαλό θολό και την ψυχή θλιμμένη, να υποφέρετε κι οι δυό, όσο το αίμα αναβλύζει...
Δεν ήταν αποχαιρετισμός. Ήταν βουβός θρήνος. Όσο εκείνος απομακρύνονταν βαδίζοντας μακριά σου, γίνονταν ικεσία το βλέμμα σου, που τρυπούσε την απόσταση που μεγάλωνε σε κάθε βήμα του. Μάταια. Το ίδιο μάταια με το όσο είχατε κι οι δυο προσπαθήσει, να γεφυρώσετε τις άδειες ζωές σας, αυτές που καταστρέψατε με τα ίδια σας τα χέρια. Απόμεινε ο φόβος της μοναξιάς και ο διαρκής ανεκπλήρωτος πόθος της ανάγκης του ενός για τον άλλο."
"Τα δακρυσμένα σου μάτια του είχαν σκίσει την ψυχή. Το πρόσωπό σου, η όψη σου είχαν απομείνει ακίνητη φωτογραφία στο μυαλό του. Βάδιζε τυφλός μακριά σου, μη αντέχοντας ούτε τα γαντζωμένα σου χέρια πάνω στο τιμόνι ούτε την ανοχή του νέου συντρόφου, που βρίσκονταν στο πλάι σου. Τον έπνιγε ο πόνος και ο αγιάτρευτος πόθος, που ούτε ο χρόνος μπορεί να μειώσει."
Δυό μικρές στιγμές από ένα όνειρο. Που διαρκούν πολύ, σαν την μαχαιριά που κόβει μια φλέβα. Με το μυαλό θολό και την ψυχή θλιμμένη, να υποφέρετε κι οι δυό, όσο το αίμα αναβλύζει...