Κάθε νύχτα ταλαντεύεται μεταξύ, κάτι σαν απροσδιόριστος λήθαργος και πολύ αϋπνία. Οι ήχοι της νύχτας δύσκολα αντιμετωπίζονται. Γιομίζουν το δωμάτιο και οι σκιές παίρνουν ζωή και κινούνται, διαγράφοντας αδιόρατες μορφές στο ταβάνι, στις κουρτίνες, στους τοίχους. Συχνά σηκώνεται απ' το κρεβάτι, διακόπτοντας το ακυβέρνητο μαρτύριο του δήθεν ύπνου και πάει και κάθεται στο μπαλκόνι. Ανοίγει τις παλάμες, σαν ζητιάνος, σε μια ικεσία χωρίς αντικείμενο, χωρίς καμμία προϋπόθεση. Μια ικεσία ούτε συγκεκριμμένη κι ούτε αφηρημένη. Λες κι είναι σε όνειρο, όπου η αϋπνία και η ύπνωση γίνονται ένα, αξεδιάλυτες και ενωμένες σαν δυο παλάμες, που ικετεύουν. Σαν σιαμαίες που δεν μπορούν να χωρίσουν και ν' αποκτήσει η κάθε μια την ανεξαρτησία της. Δυό παλάμες παραπονεμένες, μέσα στη νυχτιά, που η ικεσία τους δεν θα εισακουστεί, αφού δεν υπάρχει για να υποβληθεί...
Τετάρτη 22 Αυγούστου 2012
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου