Δευτέρα 20 Ιανουαρίου 2014

Η ¨απαγωγή"


Τα βράδια, μετά τη δουλειά, γυρίζει σχεδόν πάντα στη μοναξιά του σπιτιού του. Δεν τον περιμένει κανείς, μονάχα η σκυλίτσα του, η Μπέλα. Μολονότι έχει πολλές ευκαιρίες για κάθε είδους συντροφιά, μόνιμα και συστηματικά αποφεύγει τις παρέες, τους ανθρώπους. Η απόφαση να απομονώνεται είναι ειλλημμένη πολλά χρόνια τώρα. Ύστερα από μια μεγάλη απογοήτευση δεν έχει κανένα λόγο να ξαναδοκιμάσει συμβίωση, ούτε σε επίπεδο παρέας... Μια Μπέλα φτάνει και περισσεύει...
Έτσι, παρ’ όλο που του πέρασε απο το μυαλό η πρόσκλησή της, δεν είχε διάθεση να πάει στο ξενοδοχείο της.


Το πρώτο τηλεφώνημα ήταν από τον υπάλληλο της υποδοχής στο ξενοδοχείο. Κατόπιν παράκλησης του διευθυντή του, αφού πρώτα του ζήτησε συγγνώμη που τον κάλεσε περασμένα μεσάνυχτα στο τηλέφωνο, τον ενημέρωσε πως η ¨προστατευόμενή” του, είχε - μάλλον βίαια - “ακολουθήσει” δυο άντρες εκτός ξενοδοχείου!
Κι όσο σκεφτόταν, προσπαθώντας να καταλάβει τι συνέβαινε, ακολούθησε το δεύτερο τηλεφώνημα. Την είχαν παρατήσει σε μια ερημιά και γύρευε πάλι την βοήθειά του...
Τη βρήκε, περασμένες δύο, να τρέμει παγωμένη απο το κρύο, σ’ ένα παραμελημένο κτίριο - παράπηγμα, όπου λειτουργούσε τη μέρα ως καντίνα για τους νταλικέρηδες, στον παλιό δρόμο της πόλης με το Κιλκίς. Προσπαθούσε να ζεσταθεί με την καύτρα του τσιγάρου και μόλις τον αναγνώρισε, ξέσπασε σε αναφυλητά. Μέσα στο ζεστό αυτοκίνητο δεν άργησε να συνέλθει. Χωρίς να χρειαστεί να τη ρωτήσει, του εξομολογήθηκε πως ήταν μπλεγμένη με φούμες. Με χασισάκι, όπως εξήγησε. Όμως την είχαν ξεγελάσει αρκετές φορές, πουλώντας της αέρα κοπανιστό κι έτσι αρνήθηκε να τους πληρώσει. Χρώσταγε κάποιες δόσεις και γι’ αυτό την κυνηγούσαν...
Της είχαν τηλεφωνήσει απο νωρίς, απαιτώντας να εμφανιστεί, να πάψει να κρύβεται, επειδή είχαν σκοπό να της κάψουν το σπίτι. Όχι αυτό που έμενε. Το πατρικό της. Το σπίτι της μάνας και του πατέρα της. Δεν τους πίστεψε. Ύστερα την απείλησαν πως θα σπάσουν στο ξύλο και τον νέο της φίλο, που την είχε γλιτώσει το προηγούμενο βράδυ, στο μπαράκι της Καλαμαριάς. Τον γιατρό, με όνομα και επώνυμο! Γνώριζαν το όνομά του! Γι΄αυτό φοβήθηκε και τους κάλεσε στο ξενοδοχείο να τους ηρεμήσει και να τους υποσχεθεί πως την επαύριο κιόλας, πρωί - πρωί, θα τους εξοφλούσε τα χρωστούμενα... 500 ευρώ συν άλλα 250 για την καθυστέρηση...

Τα ίδια της επανέλαβαν όταν την πήγαν στο σημείο που τη βρήκε. Δεν την χτύπησαν, της πήραν όσα χρήματα είχε και της άφησαν μόνο το κινητό...


...΄Ωστε, το αυτοκίνητο που τους ακολουθούσε και το ‘βλεπε στους καθρέφτες του δεν ήταν τυχαίο, σκέφτηκε, σφίγγοντας με θυμό τα δόντια του, προβάλλοντας το κάτω σαγόνι μπροστά...

Δεν υπάρχουν σχόλια: