Παρασκευή 23 Ιουλίου 2010

Μήπως και βρω της λησμονιάς σου το νερό...

Ήταν γεμάτο κόσμο... τεράστιοι χώροι γεμάτοι κόσμο. Βάδισε αργά και σταθερά μέσα στο πολύβουο πλήθος. Κάποιοι άπλωσαν τα χέρια τους σε θερμή χειραψία. Διέσχιζε τους χώρους αναμονής, τις αίθουσες θεραπείας, τα σαλόνια. Όλα ήταν γεμάτα απο κόσμο που τον περίμεναν. Περίμεναν τις υπηρεσίες του. Όμως δεν σταμάταγε πουθενά. Έμοιαζε να ψάχνει κάτι μέσα στον κόσμο.  Πότε - πότε χαιρετούσε κάποιον περισσότερο γνωστό απο τους υπόλοιπους. Χαιρετούσε σιωπηλά, με μια αδιόρατη θλίψη στο βλέμμα του. Οι ποδοσφαιριστές που τον περίμεναν δίνανε αυτόγραφα στους πιτσιρικάδες που ήρθαν απο το απέναντι σχολείο. Βγήκε στην έξοδο κι έκαμε το γύρω του κτιρίου ψάχνοντας. Στις αυλές τα παιδιά έπαιζαν στον ήλιο. Οι περαστικοί ήξεραν ποιός είναι και με ικανοποίηση τον παρακολουθούσαν. Επειδή είναι το καμάρι της γειτονιάς τους ή επειδή όλοι αυτοί οι διάσημοι προτιμούν τις υπηρεσίες του;
Ξαναμπήκε στο κτίριο ψάχνοντας. Η Γραμματέας του τον κοίταξε διερευνητικά, χωρίς να μιλήσει. Ο Βασίλης περίμενε τις εντολές του κι αυτός σιωπηλός. Στην αίθουσα ένας ψηλός μπασκετμπολίστας, με τον μάνατζερ και τη συνοδεία του, καθώς τον είδε, έτρεξε με σεβασμό και χαρά να τον φιλήσει, να τον χαιρετήσει... Είχε έρθει απο πολύ μακρυά κι είχε φέρει μαζί του κι άλλους αθλητές, που χρειάζονταν τις φροντίδες του. Αφού τους χαιρέτισε ευγενικά, συνέχισε την ατελέσφορη προσπάθειά του. Έψαχνε με αγωνία, μόνος καταμόναχος, μέσα σε όλο αυτό το πλήθος που παρακολουθούσε την πορεία του, έτοιμο να του μιλήσει, να του ζητήσει την συντροφιά του, έψαχνε χωρίς αποτέλεσμα...
Τινάχτηκε απ' το κρεββάτι του τρομαγμένος! Ήταν όνειρο...
κι εκείνη δεν ήταν πουθενά....

Δεν υπάρχουν σχόλια: